Απόψεις

Χέλμουτ Κολ: ο θάνατος του φύλαρχου

21/06/2017

Νίκος Σκοπλάκης

Ο αποθανών Χέλμουτ Κολ υπήρξε ένας τυπικός εκπρόσωπος της γερμανικής (και ευρωπαϊκής, ευρύτερα) «κεντροδεξιάς», που προετοίμασε την ηγεμονία του αχαλίνωτου καπιταλισμού, της ασυδοσίας των ολιγαρχιών, της έκλειψης των δικαιωμάτων. Ήταν ένας πολύ τυπικός εκπρόσωπος αυτού του χώρου μεταπολεμικά, τόσο τυπικός ώστε το 1969 αναδείχτηκε πρωθυπουργός του κρατιδίου Ρηνανία-Παλατινάτο, το 1973 επικράτησε μεταξύ των αλληλοσπαραζόμενων φραξιών ως ομοσπονδιακός πρόεδρος της CDU και το 1982 αναδείχτηκε καγκελάριος μιας δεξιότατης συγκυβέρνησης, θέση που διατήρησε επί 16 χρόνια, αποκτώντας τον τίτλο του μακροβιότερου καγκελάριου της ΟΔ της Γερμανίας.

Ο ίδιος του ο γιός, ο Βάλτερ, περιέγραψε πριν από χρόνια τη σχέση του πατέρα του με την CDU σαν εκείνη ενός αρχηγού με τη φυλή του. Πολύ εύστοχη διατύπωση, καθώς πρόκειται για εκείνη τη φυλή της πιο ανυποχώρητης υπεράσπισης του γερμανικού καπιταλισμού, η οποία δεν έχει σε ιδιαίτερη εκτίμηση τη διευρυμένη δημοκρατία, είναι διαποτισμένη με τον πιο επιθετικό φιλο-ΝΑΤΟϊσμό, κάτω από τον οποίο θερμαίνονταν για χρόνια όλες οι μεταχιτλερικές σοβινιστικές επιδιώξεις. Μολονότι οι στρατηγικοί εταίροι της CDU, οι ακροδεξιοί της βαυαρικής CSU, πρόσφεραν σε διάφορες φάσεις το προφίλ του «μετριοπαθούς» στον Κολ, στην πραγματικότητα εκείνος μοιράστηκε μαζί τους το διακυβερνητικό πρότυπο μιας αέναης κατασκευής και καταδίωξης εσωτερικών εχθρών. Μισούσε φανατικά ό, τιδήποτε πληβειακό, ελευθεριακό, κριτικά μάχιμο, αριστερό, σοσιαλιστικό: οι αριστεροί και οι σοσιαλιστές, «die Soz’n» (στα κολικά), ήταν «προσωπικοί εχθροί» του, τους οποίους πρέπει κανείς «να χτυπάει στο κεφάλι» («aufs Haupt schlagen»).

Επικοινωνιακά τυλιγμένος στην εικόνα του «έντιμου πατέρα του λαού», διέθετε όλα τα στοιχεία του εκδικητικού τραμπούκου από θέση ισχύος. Αξέχαστο έχει μείνει στον δημοκρατικό κόσμο της Γερμανίας το περιστατικό από τις 10 Μαΐου 1991 στη βιομηχανική περιοχή του Μπίτερφελντ, που βρίσκεται στο κρατίδιο της Σαξονίας-Άνχαλτ, της πρώην ΛΔΓ∙ δηλαδή σε μια περιοχή καθημαγμένη και λεηλατημένη από την «Treuhand» και την πολιτική της κυβέρνησης Κολ για την επανένωση. Απέναντι στο πλήθος που διαδήλωνε εναντίον του Κολ για την κοινωνική καταστροφή που είχε υποστεί, ο καγκελάριος αντέδρασε χτυπώντας έξαλλα όποιον έβρισκε μπροστά του για το αυγό που είχε φάει πριν από μερικά δευτερόλεπτα (βλ. φωτογραφία 1).

Αξέχαστη είναι και η αντίδρασή του στη λεγόμενη «Διακήρυξη της Ερφούρτης» («Erfurter Erklärung») το 1997∙ ο Κολ αποκάλεσε επιστήμονες, διανοούμενους, καλλιτέχνες, συγγραφείς, με τους οξύτερους τόνους, «εμπρηστές» και «κήρυκες του μίσους που βαδίζουν στον δρόμο της προδοσίας» (sic). Έγκλημά τους ότι είχαν συνυπογράψει κείμενο με διατυπώσεις όπως οι παρακάτω: «Η γερμανική ενοποίηση έχει καταντήσει διαδικασία μιας κολοσσιαίων διαστάσεων αναδιανομής από κάτω προς τα πάνω μετά από την ίδρυση της ενιαίας ΟΔΓ. […] Πάρα πολύ μεγάλος αριθμός πολιτών βιώνει αυτό που τώρα συμβαίνει σαν σφετερισμό των δικαιωμάτων του». Ρόλο-κλειδί σ’ αυτή τη διαδικασία λεηλασίας των πολιτών της πρώην ΛΔΓ είχε ένας έμπιστος του Κολ στη «φυλή» της CDU∙ ο επί σειρά ετών υπουργός εσωτερικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος έχει περιγράψει με απεριόριστο κυνισμό μερικά από τα μέσα αυτού του σφετερισμού στο βιβλίο του με τίτλο «Το συμβόλαιο – πώς διαπραγματεύτηκα τη γερμανική ενοποίηση» («Der Vertrag – Wie ich die deutsche Einheit verhandelte», εκδ. DVA, 1991).

Η επιδιωκόμενη συστημική κορύφωση της προσωπολατρίας για τον καγκελάριο της «φυλής» Κολ δεν έμελλε να ολοκληρωθεί. Ο αποθανών Κολ θεωρούσε πως η διαφθορά είναι μέσο ισχύος και πυγμής, αλλά και προνόμιο των ολίγων εκλεκτών. Εντούτοις, η αλαζονική υπερεκτίμηση κάποιων δεδομένων εκ μέρους του οδήγησε στη διακριτική αλλά σαφή απομάκρυνσή του από το έτοιμο βάθρο του απόλυτου «εθνοπατέρα»: Μεταξύ 1969 και 1980, αλλά και τη δεκαετία του ’90, εισέρρευσε στα ταμεία του κόμματος Κολ ένα ποσό μαύρου χρήματος που αντιστοιχεί σε πάνω από 200 εκατομμύρια σημερινά ευρώ. Παράλληλα, ανακαλύφθηκαν και άλλα «πλυντήρια» της CDU, που έμειναν γνωστά ως «μαύρα ταμεία». Ιδιαιτέρως τονίζεται η σχέση του έμπιστου Σόιμπλε με την εταιρεία «Flick», ήδη από τη δεκαετία του ’70, όπως και με τον μεγαλέμπορο όπλων Κάρλχαϊντς Σράιμπερ∙ ο πιστός Βόλφγκανγκ υπομένει κατά την αυγή του νέου αιώνα τον τελετουργικό εξευτελισμό στο ομοσπονδιακό κοινοβούλιο με τα χέρια να κρύβουν το πρόσωπο (βλ. φωτογραφία 2), μέχρι την εξεύρεση ενός νέου ρόλου.

Αλλά και ο Κολ θα παραμεριστεί με τη σειρά του από το υπάκουο «Mädel» του, μια Άνγκελα Μέρκελ, ώστε να βρεθεί λύση επιβίωσης και διαδοχής στη «φυλή» της CDU. Όσο συντετριμμένη κι αν δηλώνει η σημερινή καγκελάριος, γνωρίζει ότι ο Κολ δεν της συγχώρεσε ποτέ το πόσο καλή μαθήτριά του υπήρξε στην ύπουλη φιλοδοξία, την ψευδομειλίχια ατιμία και τους διακανονισμούς των παρασκηνίων. Βεβαίως, η Μέρκελ ήταν ίσως ένα από τα λιγότερο σκοτεινά στοιχεία στον περίγυρο του «καγκελαρίου της ενοποίησης», ο οποίος αποτελείτο από διευθυντικά στελέχη της κιτρινοφυλλάδας Bild, συνιδρυτές της ακροδεξιάς AfD, όπως ο Χανς-Όλαφ Χένκελ, και πολιτικούς της υποστάθμης του πρωθυπουργού της Ουγγαρίας, Βίκτορ Όρμπαν.

Το ταξικό έκτρωμα της ευρωπαϊκής νομισματικής ένωσης φέρει τη σφραγίδα του Κολ, ο οποίος είναι υπεύθυνος για πολλά από τα χάλια της σημερινής Ευρώπης, όπως και της Γερμανίας, στην οποία κατέλειπε μια σειρά κυρίαρχων πολιτικών διαχειριστών με την ηθική της «φυλής» του πιο ασύδοτου καπιταλισμού. Η πολιτεία του μπορεί να αποδοθεί με το παρακάτω απόσπασμα από τον Μαξ Βέμπερ: «δεν σπάει, όταν ο κόσμος – ειδωμένος από την οπτική του – είναι υπερβολικά ηλίθιος ή άξεστος γι’ αυτό που θέλει να του προσφέρει».

Καλύτερα, όμως, μπορεί να περιγραφεί με εκείνο το ρητό του Μαρξ, σύμφωνα με το οποίο στην πεδιάδα ακόμα και οι λόφοι των σκουπιδιών μοιάζουν με βουνά∙ ιδίως όταν βλέπουμε από την οπτική των πάρα πολλών ανθρώπων, οι οποίοι στην αχνίζουσα ισοπέδωση της κοινωνικής καταστροφής δεν είδαν τα «ανθισμένα τοπία» της ξετσίπωτης κυρίαρχης προπαγάνδας, αλλά αντιθέτως φωνάζουν πάντα «Schluß mit der VerKOHLerei»