Απόψεις

Ο Τσίπρας και οι «αόρατοι» άνθρωποι

28/03/2017

Δημήτρης Λαβατσής

Σε πρωινή εκπομπή της ΕΡΤ πριν λίγες μέρες έγινε αναφορά στις μεταβατικές διατάξεις για την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, που σε 2-3 χρόνια καταλήγουν στην συνταξιοδότηση στα 67 ή μετά τα 62 μόνον εφόσον ο εργαζόμενος έχει 40 χρόνια ένσημα.

Με αφορμή αυτήν την εκπομπή θυμήθηκα τον Τσίπρα που, σε συνέντευξή του της 15/7/2015, μόλις τρία εικοσιτετράωρα μετά την συνθηκολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ και δέκα μέρες μετά το δημοψήφισμα, δήλωσε ότι «δεν νοούνται συνταξιούχοι των 50, 52 και 55 ετών», δίνοντας το στίγμα των προθέσεών του και «προετοιμάζοντας ιδεολογικά» την τελευταία μεγάλη ασφαλιστική υποβάθμιση που ονομάστηκε «νόμος Κατρούγκαλου».

Σε πρώτη ανάγνωση ή ακρόαση το επιχείρημα του είναι σωστό…

«Δεν μπορεί να μπαίνεις στην παραγωγή στα 25 και να παίρνεις σύνταξη στα 50…».

Είναι, όμως, έτσι για όλους;

Ας γυρίσουμε γύρω μας να ρωτήσουμε ή καλύτερα ας θυμηθούμε πόσες και πόσοι συμμαθητές μας «εξαφανίστηκαν» όταν πήγαμε στην πρώτη λυκείου. Σε παλαιότερες εποχές (δεκαετία ΄70 και ΄80 ) τουλάχιστον το 45%.

Τι απέγιναν αυτά τα παιδιά;

Μπήκαν στην παραγωγή από τότε. Στα δεκαπέντε – δεκάξι τους χρόνια. Σε κακοπληρωμένες, καθότι ανειδίκευτες, δουλειές. Σε δουλειές σκληρές, σωματικά και ψυχικά. Οικοδόμοι, σερβιτόροι, εργάτες στη αλυσίδα παραγωγής, σε πλοία, σε χωράφια, πλασιέ, πωλητές στην λιανική, κομμώτριες και καφετζήδες, λαντζέρηδες, χαμάληδες, μπογιατζήδες, σκουπιδιάρηδες, μουτζούρηδες και ένα σωρό άλλες καταφρονεμένες δουλειές. Και από τη δεκαετία του ΄90 και ντελιβεράδες, «ερωτηματολόγια» ή σε δεκάδες άλλες νέες ταπεινές «απασχολήσεις».

Αυτοί οι συνάδελφοί μας εργάστηκαν και εργάζονται κατά πλειονότητα σε κακές κλιματολογικές συνθήκες: κρύο και ξεροβόρι ή κάτω από τον καλοκαιρινό ήλιο, σε ορθοστασία, σε έκτακτες καταστάσεις, με φοβερή συνεχή ένταση, με ακανόνιστες ή τυποποιημένες κινήσεις που βλάπτουν το σώμα τους, σε βρώμικο αέρα υπογείων ή μολυσμένο από τις «αναγκαίες» για την παραγωγή ουσίες και ένα σωρό άλλα που δεν μου έρχονται στον νου. Τα λέγανε ανθυγιεινά επαγγέλματα, αν θυμάστε. Και αυτά τα τότε παιδιά δουλέψανε 35 και 40 χρόνια! Στις κακοπληρωμένες, μαύρες, βαριές και ανθυγιεινές δουλειές, αυτές που θεωρούνται κοινωνικά κατώτερες, μαζεύοντας οι περισσότεροι και περισσότερες λίγα ή και πολύ λίγα ένσημα γιατί υποχωρούσαν στον εκβιασμό του εργοδότη, στην άγρια ανάγκη, στον φόβο της ανεργίας.

Οι περισσότεροι από αυτούς φτάσανε στα «50 φεύγα» μεροδούλι – μεροφάι (χωρίς στιχουργική εδώ και πολλά χρόνια) αόρατοι (καθότι μίζερες εικόνες) στον κόσμο της εικόνας της επιτυχίας ή «συνηθισμένες εικόνες» σαν τους άστεγους στο κέντρο της Αθήνας… αυτούς που πολλοί «δεν βλέπουμε».

Φτάσανε στα «50 φεύγα» πρόωρα γερασμένοι, με προβλήματα υγείας που προέρχονται ή εντάθηκαν από μια ζωή «δουλειά και αγωνία».

Και ήρθε ο πρωθυπουργός αυτός που «δεν βάρεσε ένσημο στη ζωή του» και μέτρησε με βάση τις εικόνες του περιβάλλοντός του: αυτών που μέχρι πριν την κρίση έμπαιναν στην παραγωγή στα 25-28 με κάποια πτυχία σε κάποιες δουλειές όχι παραδείσιες αλλά με λιγότερο ζόρι από τις παραπάνω.

Μέτρησε τα δημοσιονομικά των μνημονίων «που θα ανέτρεπε» μαζί με το τρίτο που υπέγραψε. Και αποφάσισε να κόψει ζωές.

Γιατί κόβει ζωές όταν με την δραματική αλλαγή των ορίων ηλικίας όλοι οι παραπάνω «αόρατοι» θα πρέπει να περιμένουν μέχρι τα 67 για να πάρουν μια σύνταξη-φιλοδώρημα. Όταν πολλοί από τους παραπάνω «αόρατους» είναι άνεργοι και το πιο πιθανό είναι να παραμείνουν για πάντα, γιατί η οικονομική πολιτική που υλοποιεί η τωρινή μνημονιακή κυβέρνηση απλώς ανακυκλώνει την ανεργία κρατώντας την στο 30%. Χωρίς να υπολογίζουμε τους απλήρωτους εργαζόμενους, την μερική απασχόληση και όλες τις παγίδες της εργασιακής ζούγκλας.

Ο Τσίπρας, όμως, μέτρησε και μετράει τα συμφέροντα των δανειστών και των τραπεζών και φυσικά τα συμφέροντα του πληθυσμού των ντόπιων πλούσιων. Που δεν είναι καθόλου λίγοι.

Και φυσικά προσέχει να μην τους επιβαρύνει με φόρους για κάτι υπέρ των από κάτω. Αντίθετα, συνεχίζει ό,τι οι προκάτοχοί του: Αναδιανέμει τον πλούτο και τους πόρους υπέρ των πλουσίων, κόβοντας κι άλλο ως περιττά έξοδα τις, ήδη άγρια χτυπημένες από τους προηγούμενους, συντάξεις και πηγαίνοντας τα όρια ηλικίας στα 67 για να εξοικονομεί πόρους, ώστε να πληρώνει δανειστές και τράπεζες, κόβει τις ζωές μας: και μικρότερες συντάξεις και λιγότερα χρόνια αφού δουλεύοντας μέχρι τότε θα πεθαίνουμε πιο γρήγορα!

Ούτε λόγος να μετρήσει την αεργία των πλουσίων οικογενειών, δηλαδή την δυνατότητα ένα τμήμα του πληθυσμού να ζει ανετότατα ή και μέσα στην χλίδα χωρίς να εργάζονται ποτέ. Αυτοί είναι «ευλογημένοι». Είναι ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής και οι οικογένειές τους. Είναι φυσική κατάσταση. Τα ατομικά τους συμφέροντα είναι συνυφασμένα (ως ενσάρκωση) με την απρόσκοπτη αναπαραγωγή του καπιταλισμού. Αυτούς ο Τσίπρας τους σέβεται. Μετά το καλοκαίρι του 15, οπότε τάχθηκε με τον «λαό του ΝΑΙ», με τον «λαό» του χρήματος, ο δρόμος του είναι χωρίς επιστροφή. Έτσι, γι΄ αυτόν δεν υπάρχουν τα δίκια μας, τα δικά μας δικαιώματα οι δικές μας ζωές. Οι ζωές μας για τους Τσίπρες αξίζουν μόνο σαν αναλώσιμες στον βωμό του καπιταλιστικού κέρδους, αναλώσιμες για την αναπαραγωγή του πλούτου των κεφαλαιοκρατών.

Εμείς, όμως, πώς απαντάμε σε αυτήν την απαξίωσή μας; Θέλουμε ή όχι να ζήσουμε μια ζωή αξιοβίωτη; Τι θα κάνουμε συλλογικά γι΄ αυτό;

αναδημοσίευση από http://astraparis.gr