Απόψεις

Η εκδίκηση του Στέργιου Πιτσιόρλα

22/01/2017

Χρήστος Βαλλιάνος

Η συνέντευξη του Στέργιου Πιτσιόρλα, υφυπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης της Κυβέρνησης,  στα Νέα της 21ης Ιανουαρίου κρύβει ένα σημαντικό ενδιαφέρον.  Ασφαλώς, οι δηλώσεις του, σχετικά με το «χρεωκοπημένο κρατικοδίαιτο μοντέλο ανάπτυξης που επιβλήθηκε από δεκαετίες στη χώρα και παγίωσε αντιλήψεις που διαπερνούν οριζόντια όλο το πολιτικό σύστημα», όπως και σχετικά με την ανάγκη «να αλλάξουν αυτές οι αντιλήψεις» και μάλιστα, να αλλάξουν (αυτονοήτως) από την Αριστερά, αφού  αυτή «ήταν ο φορέας αμφισβήτησης όσων γίνονταν επί δεκαετίες στη χώρα», δεν θα μπορούσαν να μείνει ασχολίαστες.

Όχι γιατί ο Στ. Πιτσιόρλας διατυπώνει για πρώτη φορά τέτοιες απόψεις. Από την πρώτη μέρα της τοποθέτησής του επί κεφαλής του ΤΑΙΠΕΔ πριν από δύο ακριβώς χρόνια, είχε φροντίσει να κάνει αισθητή την αποφασιστικότητα του να προωθήσει δυναμικά τις ιδιωτικοποιήσεις, αφού όπως δήλωνε ο ίδιος από τότε, «η αριστερά όφειλε να απελευθερώσει την κοινωνία από τα δεσμά του κρατισμού». (Συνέντευξη στα Νέα, 9 Ιαν. 2016).

Η διαφορά είναι ότι σήμερα ο Στ. Πιτσιόρλας δεν είναι ένας συνεργαζόμενος με την Κυβέρνηση τεχνοκράτης σε πολιτική θέση, όπως φαντάζονταν οι Υπουργοί (Σκουρλέτης και Δρίτσας) που δυσανασχετούσαν με τις πρωτοβουλίες του που φαίνονταν να υπερβαίνουν τα όρια των αρμοδιοτήτων του. Σήμερα, το πρώην ηγετικό στέλεχος της ΔΗΜΑΡ έχει κυβερνητική θέση και είναι βασικός συνδιαμορφωτής της κυβερνητικής πολιτικής, ενώ οι πρώην κυβερνητικοί επικριτές του βρέθηκαν εκτός του κυβερνητικού σχήματος, γεγονός το οποίο δεν αφήνει και πολλά περιθώρια παρερμηνείας σχετικά με το ποια είναι η επιλογή του «στενού πρωθυπουργικού περιβάλλοντος» στο ζήτημα των αποκρατικοποιήσεων: Ο Στ. Πιτσιόρλας λοιπόν, με τον αέρα της απόλυτης πρωθυπουργικής κάλυψης, αναλαμβάνει να εξηγήσει (σε όλους, αλλά πρωτίστως στο κομματικό ακροατήριο) ότι η εκχώρηση της δημόσιας περιουσίας σε ιδιωτικά συμφέροντα δεν είναι απλά μια αναγκαιότητα που πηγάζει από τη δυσχερή δημοσιονομική θέση της χώρας, ή ίσως από την αδυναμία της πολιτικής ηγεσίας της να προβάλει σθεναρή αντίσταση στις σχετικές πιέσεις των ξένων δανειστών.  Πολύ περισσότερο πρόκειται για μια αναγκαιότητα που πηγάζει από το ίδιο το «χρεωκοπημένο κρατικοδίαιτο μοντέλο ανάπτυξης που επιβλήθηκε επί δεκαετίες ολόκληρες, και από το οποίο πρέπει να απαλλαγούμε επειγόντως», και αυτό δεν αποτελεί προσωπική άποψη, αλλά σαφή κεντρική κυβερνητική θέση, που δεσμεύει όλα τα μέλη της, και απέναντι στην οποία δεν υπάρχουν περιθώρια επιφυλάξεων ή διαφορετικών αποχρώσεων. Όποιος στηρίζει την Κυβέρνηση Σύριζα-Ανέλ δεν μπορεί παρά να προσυπογράφει (ρητά ή σιωπηρά, δεν έχει σημασία) την πιο πάνω ιδεολογική «πλαισίωση» της κυβερνητικής πολιτικής. Αν οι λέξεις διατηρούν ακόμα κάποιο νόημα, δεν ξέρω πώς θα μπορούσε να περιγραφεί μια τέτοια πολιτική και ιδεολογική μεταστροφή (οι απαρχές της οποίας ανάγονται βεβαίως στην προ των εκλογών του 2015 περίοδο) αν όχι ως προσχώρηση στον ανόθευτο νεοφιλελευθερισμό της Μπακογιάννη, του Μητσοτάκη και του Μάνου.

Ο Στ. Πιτσιόρλας βεβαίως δεν είναι χθεσινός. Παιδί της αριστεράς εκείνης που ταυτίστηκε με το Λεωνίδα Κύρκο, υποστηρικτής της προσέγγισης του τότε Συνασπισμού με το ΠΑΣΟΚ μέσω της Μ. Δαμανάκη, υποστηρικτής της πρότασης Κωσταντόπουλου ως Προέδρου Δημοκρατίας, ηγετικό στέλεχος της ΔΗΜΑΡ πιο πρόσφατα, είδε τα πολιτικά του όνειρα να σκορπίζουν στους ανέμους της αντιμνημονιακής έξαψης του 2012 – 2014, και τους στενούς του φίλους στη ΔΗΜΑΡ να βρίσκουν καταφύγιο στο Ποτάμι ή ακόμα και στη Δράση. Οι περισσότεροι στη θέση του θα είχαν αποσυρθεί στη συνέχιση μιας καριέρας στον ιδιωτικό τομέα της ελεύθερης αγοράς σαν κι αυτή που φιγουράρει στο βιογραφικό του.  Με την επιλογή του να συνεργαστεί πολιτικά με το Σύριζα μετά τις εκλογές του Γενάρη του 2015 στη βάση μιας προσέγγισης που προφανώς είχε δρομολογηθεί πολύ νωρίτερα, ο Στ. Πιτσιόρλας φαίνεται να παίρνει την προσωπική του εκδίκηση για το συνεχές ναυάγιο που χαρακτήρισε την μέχρι τώρα πολιτική του σταδιοδρομία.  Ωστόσο, από μια άλλη άποψη, θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για την εκδίκηση που παίρνει η ίδια η πραγματικότητα απέναντι σ’ αυτούς που νομίζουν ότι μπορούν να πολιτεύονται χωρίς αρχές, έρμαια του πολιτικού ανέμου της συγκυρίας, με μοναδική πυξίδα την πρόσδεσή τους στα έδρανα της κυβερνητικής πλειοψηφίας. Όταν κινείσαι με μια τέτοια λογική, πολύ σύντομα θα αναγκαστείς να αναγνωρίσεις την αξία πολιτικών μηδενικών όπως ο Γιάννης Μιχελογιαννάκης, ή όπως ο Στέργιος Πιτσιόρλας.

Το ότι ο Στ. Πιτσιόρλας έχει την ευχέρεια να διατυπώνει σήμερα με τόσο επιθετικό τρόπο τις νεοφιλελεύθερες κοινοτυπίες του, εν έτει 2017, χωρίς να ακούγεται καμιά φωνή διαμαρτυρίας από το εσωτερικό του Σύριζα (σε αντίθεση με την αντίστοιχη τύχη που είχαν οι σχετικές πρωτοβουλίες του παλιού του συνδαιτυμόνα στη ΔΗΜΑΡ, Γ. Πανούση, ως Υπουργού ΠροΠο στην πρώτη Κυβέρνηση Σύριζα-Ανέλ), επιβεβαιώνει απλά ότι το κόμμα αυτό έχει απολέσει πλέον και τα τελευταία αριστερά του αντανακλαστικά.  Η απορρόφησή του από την κρατική λειτουργία και διαχείριση αποτελεί μια καθημερινή, όσο και θλιβερή πραγματικότητα.