Απόψεις

Για την ανάπτυξη των κινημάτων: Συγκυρία, συμμετοχή, δυναμικές.

12/04/2016

Αριστερή Ριζοσπαστική Κίνηση

Για την ανάπτυξη των κινημάτων: Συγκυρία, συμμετοχή, δυναμικές.

(Το κείμενο αποτελεί απόφαση της 2ης Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης της ΑΡΚ που έγινε στην Αθήνα στις 2-3 Απριλίου 2016)

Η πιθανή μηδενική μείωση του ΑΕΠ το 2016, εφόσον δεν ναυαγήσουν οι συνομιλίες με τους δανειστές και η τουριστική περίοδος προχωρήσει κατά τις αισιόδοξες εκτιμήσεις της κυβέρνησης, πιθανόν να δώσει τη δυνατότητα σε αυτήν να προπαγανδίζει για σταθεροποίηση και αρχή ανάκαμψης.

Η ήττα του κόσμου της εργασίας μετά την ένταξη του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης του στο νεοφιλελεύθερο μνημονιακό προσωπικό ισχυροποιεί την δοξασία ΤΙΝΑ και δίνει την ευκαιρία στην κοινωνικοπολιτική εξουσία να αποπειραθεί την κανονικοποίηση της εκτεταμένης φτωχοποίησης θεσμικά και ιδεολογικά.

1)Στις παρούσες συνθήκες το κυρίαρχο κοινωνικό μπλοκ τείνει να αναδιοργανωθεί με αίτημα την εμπέδωση της κοινωνικής πειθαρχίας για να επιβάλλει σαν φυσική την εντεινόμενη ανισότητα μέσα από την ξενοφοβική-αντιπροσφυγική ρητορεία και την απόπειρα χρήσης όσων προσφύγων εγκατασταθούν στην Ελλάδα ως  φτηνή εργατική δύναμη.

Η βιοπολιτική συναντιέται  με το διαχρονικό αίτημα του νοικοκυρέματος των οικονομικών και τον ακρογωνιαίο λίθο της αστικής ιδεολογίας "η ανισότητα είναι φυσική τάξη πραγμάτων και μόνο έτσι υπάρχει πρόοδος".

Η «παραγωγική ανασυγκρότηση» του ΣΥΡΙΖΑ, ως απάντηση του καπιταλισμού στην κρίση, εξυπηρετείται θαυμάσια από την παραπάνω πολιτική εκφώνηση της παραδοσιακής δεξιάς.

2) Οι από κάτω τάξεις και οι κοινωνικές αντιστάσεις τους προσπαθούν να παράγουν πολιτική χωρίς αυτός ο λόγος να τροφοδοτείται από μαζικά συνδικάτα και να έχει ηγεμονική πολιτική έκφραση-πολιτικό φορέα.

Οι νεώτερες γενιές στην πλειοψηφία τους, που πολιτικοποιήθηκαν χωρίς συμμετοχή σε συνδικάτα, σε μεγάλο βαθμό δεν βιώνουν την ταξικότητά τους σαν αίτημα για μια διαφορετική ζωή, χωρίς καταναλωτισμό και ταυτόχρονα με υλική επάρκεια και συλλογικές πρακτικές που να την παράγουν, αλλά σαν προσωπική αδυναμία να καταφέρνουν να ακολουθούν το κυρίαρχο πρότυπο.

Η καθοριστική ταξική αντίθεση δεν βιώνεται σαν κυρίαρχη-ο ατομισμός αλλά και ο φόβος της ανεργίας αναστέλλει εκτεταμένα τμήματα του πληθυσμού και η έλλειψη μεγάλης αφήγησης συμβάλλει σε αυτήν την αναστολή. Η προσαρμογή θεωρείται πολύ πιο αποτελεσματικός δρόμος από την ρηξιακή πολιτική. 

Στη σημερινή συγκυρία κυριαρχούν δυο βασικά πεδία ανάπτυξης κινημάτων, διακριτά αλλά ταυτόχρονα και αλληλένδετα μεταξύ τους.

Α. Τα κινήματα που σχετίζονται και απαντάνε στις εφαρμοζόμενες από το μνημόνιο πολιτικές  και

Β. Το κίνημα γύρω από το προσφυγικό με τις διαφορετικές μορφές του

 3ο Μνημόνιο

Η εφαρμογή του τρίτου μνημονίου, σε όλα τα πεδία στα οποία  έχει απαιτηθεί, προχωράει από την μεριά της κυβέρνησης συστηματικά και πειθαρχημένα.

Στον προϋπολογισμό του 2016 εκφράζεται απόλυτα το 3ο μνημόνιο με νέα μέτρα 5,7 δις (περικοπή 2,5 δις στις δαπάνες, 3,2 δις  νέα έσοδα). Περιλαμβάνει εφαρμοστικούς νόμους που είχαν ψηφιστεί και νέους εφαρμοστικούς νόμους που θα ψηφισθούν (ασφαλιστικό, αναθεώρηση φορολογίας εισοδήματος, μισθολόγιο δημοσίου). 

Στην 4η ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών (νόμος με τη διαδικασία του κατεπείγοντος) που προέκυψε λόγω αύξησης  κόκκινων δανείων σε 107 δις και μείωσης των καταθέσεων σε 120 δις (το 2009-2012 έφυγαν 90 δις και τον 12/14 έως capital controls 30 δις)

  • το δημόσιο έχασε οριστικά 40 δις από την ανακεφαλαιοποίηση του 2013 η αξία τους σήμερα 500 εκατ.
  • στην ανακεφαλαιοποίηση συμμετείχαν μόνο ξένα hedge funds σε τιμές έως και 98% μικρότερες από τις αγοραίες αξίες των μτχ/ αποκλείστηκαν δημόσιο & μικροεπενδυτές 
  • το ποσοστό του ΤΧΣ πέφτει στο 21% από το 56%
  • Από το 14 δις τα 5,4 δις τα έβαλε το ΤΧΣ (μέσω cocos και κοινών μετοχών) 

Κόκκινα δάνεια

Σε  άμεση σχέση με τα προηγούμενα, ο νόμος για τη διαχείριση των κόκκινων δανείων  δίνει το δικαίωμα μεταβίβασης των απαιτήσεων (ορίζει το πλαίσιο σύστασης και λειτουργίας τους στην Ελλάδα) σε εταιρίες διαχείρισης και μεταβίβασης απαιτήσεων και αίρεται το τραπεζικό απόρρητο. Σε συνδυασμό με την ευρωπαϊκή νομοθεσία (EBA):

  • ξεκαθάρισμα χαρτοφυλακίου κόκκινων δανείων τραπεζών με κάθε μέσο σε σύντομο χρονικό διάστημα
  • αναδιανομή πλούτου υπέρ του κεφαλαίου με την εκποίηση (παραχώρηση ή πλειστηριασμό) ιδιωτικής περιουσίας μικρομεσαίων εισοδημάτων

Το κίνημα για την προστασία των δανειοληπτών και την αποτροπή των πλειστηριασμών, παρ’ ότι έχει προχωρήσει σε επίπεδο αναλύσεων και έχει παρουσιάσει αρχικά μια μικρή ανάπτυξη και διασπορά πανελλαδικά, σήμερα βρίσκεται  πολυδιασπασμένο και αμήχανο. Αναδεικνύεται σαν κυρίαρχη η αντίθεση ανάμεσα στην επιλογή της «σύγκρουσης»  στα ειρηνοδικεία ως βασικού κινηματικού εργαλείου και τις υπόλοιπες δυνατότητες που απορρέουν από την ανάπτυξη π.χ. της σύγκρουσης με τις τράπεζες, εναλλακτικών μοντέλων διαχείρισης των χρεών κλπ.  Είναι σημαντικό να βρεθεί ο κοινός βηματισμός καθώς οι πολιτικές υπερχρέωσης των πολιτών που προηγήθηκαν και η στρατηγική υφαρπαγής της ιδιωτικής περιουσίας αποτελούν πυλώνα της νεοφιλελεύθερης- μνημονιακής πολιτικής σήμερα.

Ιδιωτικοποιήσεις

Έγιναν 2 μεγάλες ιδιωτικοποιήσεις (ΟΛΠ και 14 περιφερειακά αεροδρόμια).

Η Cosco (που έχει συνδεθεί με την φοροδιαφυγή και τις εργασιακές συνθήκες γαλέρας) απέκτησε το 51% του ΟΛΠ για 280 εκατ. και το δημόσιο παραχώρησε για 40 χρόνια τα 14 σημαντικότερα περιφερειακά αεροδρόμια στη  fraport (θα εισπράξει 22 δις θα επιστρέψει στο δημόσιο 8 δις με ρήτρες σε βάρος του δημοσίου και φοροαπαλλαγές).

Παράλληλα προχωράει το σχέδιο του Ελληνικού με δεδομένη την «πώληση» στην LAMDA DEVELOPMENT. Το κίνημα ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις συντηρεί σήμερα πυρήνες αντίστασης τόσο στο Ελληνικό όσο και στη Δραπετσώνα- Κερατσίνι καθώς και μεμονωμένα στην περιφέρεια (κινητοποιήσεις στα Χανιά για το αεροδρόμιο κλπ). Η υπόθεση των ιδιωτικοποιήσεων σε συνδυασμό με την υφιστάμενη χωρική νομοθεσία που επιτρέπει κάθε είδους ασυδοσία στους «επενδυτές» θα παραμείνει κορυφαίο εργαλείο της μνημονιακής πολιτικής, γι’ αυτό και έχει ιδιαίτερη σημασία να στηρίξουμε και να αναπτύξουμε τα σχετικά κινήματα τόσο τοπικά, όσο και με πιο κεντρικές επεξεργασίες και καμπάνιες.

Ένας άλλος πολύ σημαντικός τομέας ο οποίος σταδιακά εκχωρείται στο ιδιωτικό κεφάλαιο είναι η διαχείριση των απορριμμάτων. Η εκχώρηση (μέσω ΣΔΙΤ) υλοποιείται από τους περιφερειακούς σχεδιασμούς και την αναθεώρηση του εθνικού σχεδιασμού για τη διαχείριση των απορριμμάτων. Απέναντι στους σχεδιασμούς αυτούς ήδη υπάρχουν αντιδράσεις και αναπτύσσονται κινηματικές δράσεις. 

 Ασφαλιστικό

 Εξοικονόμηση 1,8 δις!

  • ολοκλήρωση (ξεκίνησε από τον Ν. Ρέππα) αλλαγής της μορφής του ασφαλιστικού συστήματος από αναδιανεμητικού-ανταποδοτικού σε κεφαλαιοποιητικό
  • το ασφαλιστικό σύστημα δεν ανακεφαλαιοποιείται ώστε να γίνει βιώσιμο. Η πρόταση της κυβέρνησης εξοικονομεί πόρους που θα πάνε σε εξυπηρέτηση τόκων
  • η συζήτηση για την αλλαγή του ασφαλιστικού έγινε σε κλειστές πόρτες του υπουργείου, χωρίς τη συμμετοχή φορέων, εργαζομένων και ασφαλιστικών ταμείων. Οι πρώτοι που συζήτησε η κυβέρνηση ήταν οι εργοδοτικές οργανώσεις
  • σε συνδυασμό με προηγούμενους εφαρμοστικούς νόμους, της ίδιας ή προηγούμενων κυβερνήσεων, θεμελιωμένο συνταξιοδοτικό δικαίωμα έχει όποιος είναι 67 χρονών, με ελάχιστο τα 62 χρόνια, με σαράντα χρόνια ασφάλισης. Το ποσοστό αναπλήρωσης (μείωση σύνταξης) από 72-75% γίνεται 55%-60% στις κύριες συντάξεις. Μείωση σε όλες τις επικουρικές συντάξεις.
  • ενοποίηση των ασφαλιστικών ταμείων
  • το ποσό της εθνικής σύνταξης (380 ευρώ μετά τη 15ετία) θα μεταβάλλεται ανάλογα με την κατάσταση της οικονομίας
  • η διάλυση της κοινωνικής ασφάλισης ωθεί στην ιδιωτική ασφάλιση (υπάρχουν μεγάλες ανακατανομές στον κλάδο, που γίνεται όλο και πιο ολιγοπωλιακός), η οποία θα παρουσιάσει πολύ μεγάλη κερδοφορία τα επόμενα χρόνια στην Ελλάδα.

Οι κινητοποιήσεις για το ασφαλιστικό έδειξαν αρχικά μια δυναμική, η οποία στη συνέχεια άρχισε να υποχωρεί, κυρίως λόγο του χρονικού ξεχειλώματος αλλά και των επιμέρους «διαπραγματεύσεων» των διαφόρων κλάδων. Σε επίπεδο επικοινωνίας το παιχνίδι δεν κερδήθηκε καθώς κυβέρνηση και media έριξαν μεγάλο βάρος να εμφανίσουν τις κινητοποιήσεις ως συντεχνιακές, και άρα υπάρχει ακόμα πολλή δουλειά να γίνει σ’ αυτό το επίπεδο.

Το παράδειγμα του ασφαλιστικού σε συνδυασμό και με όλα τα παραπάνω μας δείχνει πολύ καθαρά πως η τακτική της κυβέρνησης να σπάει σε μικρά κομμάτια τις επιθέσεις στις κοινωνικές ομάδες την ευνοεί και άρα την ανάγκη από την μεριά του κινήματος για ένα συνεκτικό λόγο που συνδέει το ειδικό με το γενικότερο πολιτικό, χωρίς να καταφεύγει σε απλουστεύσεις- γενικεύσεις που ιστορικά γνωρίζουμε πως έχουν αποδυναμώσει τα κινήματα. 

Υγεία 

Η κυβέρνηση στον τομέα της υγείας προσπαθεί να αναδείξει έργο και γενικά το κοινωνικό της πρόσωπο. Είναι σημαντικό να γίνει μια ουσιαστική δουλειά καταγραφής και ανάδειξης της κατάστασης που επικρατεί σήμερα, καθώς και  αποδόμηση του επικοινωνιακού εργαλείου της καθολικής πρόσβασης στο δημόσιο σύστημα υγείας.

Με την μαζική μετανάστευση των επαγγελματιών υγείας και την υποστελέχωση σε ανθρώπινο δυναμικό, σε συνδυασμό με τις ελλείψεις σε εξοπλισμό και υλικοτεχνική υποδομή στα δημόσια νοσοκομεία, μένει πάλι στις δομές αλληλεγγύης και τα κοινωνικά ιατρεία/φαρμακεία να καλύψουν τα κενά στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας.

Οι νοσοκομειακοί γιατροί και οι εργαζόμενοι στην υγεία μπορούν να συμβάλουν καθοριστικά στη δημιουργία ενός μαζικού κοινωνικού μετώπου υπεράσπισης του δικαιώματος στην υγεία για όλους και όλες. Στόχος είναι ένα μαζικό και διεκδικητικό κίνημα που θα παλεύει για τη σωτηρία των δημόσιων δομών υγείας σε κάθε περιοχή και γειτονιά, με ανοικτές πρωτοβουλίες δράσεις και κινητοποιήσεις, για να αποτρέψει την υποβάθμιση και το κλείσιμο δομών και υπηρεσιών, να πιέσει για την ενίσχυση των δημοσίων δομών παροχής ιατρικής φροντίδας.

Παιδεία

Μεγάλο ερωτηματικό παραμένει η αδυναμία συγκρότησης ενός κινήματος για την παιδεία στα πανεπιστήμια, αλλά και ευρύτερα, με δεδομένο μάλιστα ότι όλες οι κυβερνητικές κινήσεις στο πεδίο διαλύουν περαιτέρω το χώρο της Παιδείας και ενισχύουν τις νεοφιλελεύθερες στρατηγικές.

Πιο αναλυτικά, το κύριο πρόβλημα με το οποίο έρχονται αντιμέτωπα τα Πανεπιστήμια είναι αυτό της υποχρηματοδότησης, που αποσκοπεί στη συστράτευσή τους στο νεοφιλελεύθερο ιδεολόγημα που παρουσιάζεται ως «αναγκαία» λύση. Οι φοιτητικές παροχές (σίτιση, στέγαση, μεταφορές, συγγράμματα) συνεχώς περιορίζονται εντείνοντας με αυτόν τον τρόπο τους ταξικούς φραγμούς, την ίδια στιγμή  που πολλά Ιδρύματα υπολειτουργούν λόγω της έλλειψης διοικητικού και εκπαιδευτικού προσωπικού.

Παράλληλα, μετά το πάγωμα του «νόμου Μπαλτά» για την Παιδεία, η εφαρμογή πτυχών του νόμου Διαμαντοπούλου-Αρβανιτόπουλου συνεχίζεται αποσπασματικά και σε διαφορετικές χρονικότητες σε πολλά Ιδρύματα (π.χ. όρια δήλωσης, αλυσίδες μαθημάτων, πιστωτικές μονάδες, δίδακτρα στα μεταπτυχιακά κ.α.). Όλα τα παραπάνω συντελούν σε μια περαιτέρω εντατικοποίηση των ρυθμών σπουδών, που ως αποτέλεσμα έχει το Πανεπιστήμιο να χάνει το χαρακτήρα του κοινωνικού χώρου και να μετατρέπεται σε ένα χώρο στείρας κατάρτισης και εκπαίδευσης.

Σε όλη αυτή την κατάσταση, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έρχεται ουσιαστικά να συνεχίσει το έργο των προηγούμενων κυβερνήσεων στην Παιδεία. Απ’ τα πρώτα δείγματα από το νέο «νόμο Φίλη», ο οποίος προβλέπεται να έρθει στη Βουλή το επόμενο ακαδημαϊκό έτος, φαίνεται να μην αμφισβητεί τον πυρήνα της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης. Με αιχμή την υποχρηματοδότηση υποβαθμίζεται ακόμη περισσότερο ο δημόσιος και δωρεάν χαρακτήρας της εκπαίδευσης, μέσω της περαιτέρω εισόδου των επιχειρηματικών και ιδιωτικών συμφερόντων σε όλα τα επίπεδα παροχής γνώσης και λειτουργιών. Τα παραπάνω προβλέπονται ήδη από την ψήφιση του τρίτου μνημονίου απ’ τη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, καθώς δεσμεύεται για την εφαρμογή όσων περιέχονται στην εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ.

Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖ-ΑΝΕΛ έρχεται να νομιμοποιήσει τη νεοφιλελεύθερη αυτή πολιτική για την Παιδεία με τον Εθνικό Διάλογο. Πρόκειται για μια κατ’ επίφαση δημοκρατική διαδικασία που στοχεύει στη συνδιαμόρφωση του «νομοσχεδίου Φίλη» λαμβάνοντας υπόψιν τις κοινωνικές ανάγκες. Πιο συγκεκριμένα η επιτροπή αυτή δημιουργήθηκε με «απ’ ευθείας ανάθεση» σε πανεπιστημιακούς που ανήκουν στο χώρο των μνημονιακών πολιτικών δυνάμεων. Την ίδια στιγμή αποκλείονται από τη διαδικασία εκείνοι τους όποιους πραγματικά αφορά το νομοσχέδιο: οι φοιτητές και οι εργαζόμενοι στην εκπαίδευση.

Την ίδια στιγμή, τα Συμβούλια Ιδρύματος δεν έχουν καταργηθεί, παρά τις προγραμματικές δηλώσεις του πρωθυπουργού επ’ αυτού, ενώ οι φοιτητές κι οι εργαζόμενοι δεν έχουν καμιά συμμετοχή στα όργανα του Πανεπιστημίου. Τα παραπάνω έρχονται να επισφραγίσουν μια αυταρχική στροφή στο τρόπο λειτουργίας και διοίκησης των Ιδρυμάτων, που κρίνεται ως «μονόδρομος» από τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία.

Από την πλευρά μας, πρέπει να προτάξουμε ένα διαφορετικό μοντέλο Πανεπιστημίου, στο οποίο εμπεριέχονται όλα τα κομμάτια της Πανεπιστημιακής Κοινότητας στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων, μέσω των αμεσοδημοκρατικών διαδικασιών βάσης αυτών των κομματιών.

Απέναντι σ’ αυτή τη συνεχιζόμενη επίθεση, το φοιτητικό κίνημα βρίσκεται σε μια ιδιαίτερα αδρανή κατάσταση, την ίδια στιγμή που οι δυνάμεις της φοιτητικής αριστεράς μοιάζουν αμήχανες να απαντήσουν σε αυτή τη νέα συγκυρία, που οι συλλογικές διαδικασίες των συλλόγων συνεχώς απαξιώνονται και απομαζικοποιούνται.

Σ’ αυτή τη συγκυρία, οφείλουμε να δούμε πώς οι παρούσες αριστερές δυνάμεις του φοιτητικού συνδικαλισμού έχουν φτάσει τα όρια της απεύθυνσης τους, τόσο λόγω της ευρύτερης απογοήτευσης της νεολαίας από την κεντρική πολιτική σκηνή, όσο και λόγω της αδυναμίας προσαρμογής των δυνάμεων αυτών στις σημερινές ανάγκες παρέμβασης, σύμφωνα με τη δυσμενή συγκυρία που περιγράφηκε. Στην κατεύθυνση αυτή κρίνουμε προοπτικά αναγκαία τη δημιουργία νέας δικτύωσης φοιτητικών σχημάτων με βάση εκκίνησης τη σύνθεση των σημερινών δυνάμεων της ριζοσπαστικής και αντικαπιταλιστικής Αριστεράς (Αρ.Εν., Ε.Α.Α.Κ., Αρ.Δι.Ν.) στα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ. Στο δρόμο προς αυτό το στόχο, η συμπόρευση με τις δυνάμεις αυτές σε κινηματικό επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο πολιτικής συνεργασίας είναι απαραίτητη. Το συμπέρασμα αυτό σε καμία περίπτωση δε σημαίνει ότι πρέπει να υποτιμήσουμε το επόμενο διάστημα την αναγκαιότητα στήριξης και ανασύνταξης των σχημάτων της Αριστερής Ενότητας, υπό το πρίσμα του ότι «για να συνθέτεις, πρέπει πρώτα να υπάρχεις».

 Το  «παράλληλο πρόγραμμα» και τα κινήματα αλληλεγγύης 

Οι προνοιακές πολιτικές της κυβέρνησης, που σχετίζονται με την «ακραία φτώχεια», αποτελούν προσβολή στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, αναπαράγουν την εξαθλίωση, καθώς δεν δίνουν ουσιαστική λύση, ενώ παράλληλα προσπαθούν να οικειοποιηθούν  την δυναμική των κινημάτων αλληλεγγύης  αποδομώντας ταυτόχρονα τον πολιτικό τους ρόλο.

Σε συνδυασμό με την αλληλεγγύη που αναπτύσσεται στο προσφυγικό, τα κινήματα αλληλεγγύης σήμερα αποτελούν τους πιο συγκροτημένους κοινωνικούς χώρους και είναι πολύ κρίσιμο ζήτημα να διατυπώσουμε τη δική μας στρατηγική – ένταξη που ταυτόχρονα θα ενισχύει την πολιτική διάσταση χωρίς να καταφεύγει σε βιαστικές επιλογές άντλησης πολιτικής υπεραξίας και καπελώματος.

Για μας η αλληλεγγύη έχει ταξικό πρόσημο και δεν σχετίζεται με τη φιλανθρωπία της εκκλησίας και των όποιων «φιλόπτωχων» φορέων. Θα πρέπει να βάζει πολιτικές αιχμές  οι οποίες θα έρχονται σε ρήξη  με τις μνημονιακές πολιτικές και τα κυρίαρχα νεοφιλελεύθερα πρότυπα. 

Τα κινήματα και οι οργανωμένες δομές θα πρέπει να διέπονται από τις αρχές της  αυτοδιαχείρισης  και στο εσωτερικό τους να λειτουργούν με άμεση δημοκρατία, σε πλήρη αντίθεση με τις κυρίαρχες δομές ιεραρχίας.

Τα μέλη της ΑΡΚ συμμετέχουμε οργανικά στα κινήματα αλληλεγγύης σεβόμενοι/ες την αυτονομία τους και αντιλαμβανόμενοι/ες ότι αποτελούν έμπρακτο παράδειγμα ότι υπάρχει άλλος δρόμος. 

Δικαιώματα 

Για τα γυναικεία δικαιώματα

Η ανάδειξη των γυναικείων δικαιωμάτων, η αντίσταση στην ανισότητα λόγω φύλου και η ισότιμη παρουσία των δύο φύλων σε όλες τις εκπροσωπήσεις, αποτελεί αυτονόητη αποδοχή και δράση για την ΑΡΚ. Σε σχέση με τη συγκυρία υπογραμμίζουμε ότι η έμφυλη βία που ασκείται κατά των γυναικών προσφύγων από πολλές πλευρές έχει εργαλειοποιηθεί  από κάθε αντιπροσφυγική και ρατσιστική δύναμη και αυτό πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο ενδιαφέροντος και ενασχόλησης. 

ΛΟΑΤ κίνημα

Η ψήφιση του συμφώνου συμβίωσης αποτελεί ένα πρώτο βήμα που αυτή τη στιγμή είναι ανεπαρκές για να αντιμετωπίσει τις διακρίσεις που υφίστανται τα ΛΟΑΤ άτομα. Η αναγνώριση της τεκνοθεσίας, της γονικής μέριμνας για ήδη υπάρχοντα παιδιά, η αναγνώριση της ταυτότητας φύλλου χωρίς καμία προϋπόθεση επέμβασης επαναπροσδιορισμού φύλου για τα τρανς άτομα, καθώς και η διακεκριμένη αντιμετώπιση των ΛΟΑΤ προσφύγων και μεταναστών σύμφωνα με τη διεθνή νομιμότητα για τις διαδικασίες παροχής ασύλου, είναι μερικές άμεσες προτεραιότητες. Η προώθηση όμως συνολικά της άρσης των διακρίσεων εναντίον των ΛΟΑΤ ατόμων  βρίσκει την αντίθεση των συντηρητικών κύκλων της εκκλησίας, πράγμα που καταδεικνύει ότι χωρίς χωρισμό εκκλησίας –κράτους δεν θα πραγματοποιηθεί.

 Προσφυγικό 

Το προσφυγικό σήμερα αναδεικνύεται σε κυρίαρχο ζήτημα  με πολλαπλές διαστάσεις και σημασίες τόσο στο ευρύτερο επίπεδο που έχει να κάνει με τον διεθνή γαιοστρατηγικό σχεδιασμό  (μεγαλύτερη μετατόπιση πληθυσμών μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο και ανακατατάξεις στην Μέση Ανατολή και την Βόρεια Αφρική), όσο και με την ειδική θέση της Ελλάδας μέσα σε αυτό το πλαίσιο.

Ταυτόχρονα αποτελεί μείζον ζήτημα ο τρόπος και οι διαδικασίες  υποδοχής, υποστήριξης και ένταξης των μεταναστών και προσφύγων στη χώρα στη βάση των δικών τους αναγκών και προτεραιοτήτων.

Η συμφωνία που υπέγραψε η ελληνική κυβέρνηση μεταξύ ΕΕ-Τουρκίας, παραβιάζει και καταργεί πολλά κατοχυρωμένα  ανθρώπινα δικαιώματα.

Α.  Αποκλείει από το δικαίωμα ασύλου, όλες τις εθνικότητες πλην των ανθρώπων Συριακής καταγωγής, αλλά και περιορίζοντας δραματικά των αριθμό των Σύριων  που θα δικαιούνται μετεγκατάσταση στην Ευρώπη με την πολιτική «για κάθε Σύριο που θα επιστέφεται στην Τουρκία, ένας άλλος θα εγκαθίσταται στην Ευρώπη»

Β. Αναγνωρίζει την Τουρκία ως Τρίτη ασφαλή χώρα για να νομιμοποιηθεί η διαδικασία επαναπροώθησης, παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση Ερντογάν διεξάγει έναν πραγματικό πόλεμο  ενάντια στους Κούρδους της Τουρκίας και παρά το γεγονός ότι διεθνείς οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα όπως η Διεθνής Αμνηστία, έχουν χαρακτηρίσει την Τουρκία επανειλημμένα ως μη ασφαλή χώρα.

Η μέχρι σήμερα διαχείριση του προσφυγικού από την κυβέρνηση, σε πλήρη πλέον ευθυγράμμιση με τις ευρωπαϊκές επιταγές και με κατά συρροή παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είναι ένα πολιτικό Βατερλώ.

Την ίδια στιγμή αναπτύσσεται ένα ισχυρό αυτοοργανωμένο κίνημα αλληλεγγύης που μας έχει δώσει σημαντικό υλικό για να χαράξουμε μια μακροπρόθεσμη στρατηγική στο ζήτημα. Παρά την «ευαισθησία» που έχει επιδειχθεί από την πλειοψηφία της κοινωνίας προς τους πρόσφυγες, θα πρέπει να είμαστε πάντα σε εγρήγορση για τον κίνδυνο ανάπτυξης ξενόφοβων έως και ρατσιστικών συμπεριφορών, που μπορεί να προκύψει και μεθοδευμένα για να νομιμοποιήσει συγκεκριμένες πολιτικές. Στόχος της ΑΡΚ είναι να γίνει κτήμα των προσφύγων η διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους. Ενάντια στην ποινικοποίηση της αλληλεγγύης που προσπαθεί να επιβάλει η κυβέρνηση οφείλουμε να παλέψουμε μαζί με τους πρόσφυγες για την κατάργηση των κέντρων κράτησης, την υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους και την κάλυψη των άμεσων και μακροπρόθεσμων αναγκών τους.

Είναι σημαντικό να συνδεθεί το κίνημα αλληλεγγύης στους πρόσφυγες με όλες τις κοινωνικές ομάδες που σήμερα πλήττονται αποδυναμώνοντας την κυρίαρχη κυβερνητική αφήγηση της εθνικής ενότητας έναντι του συγκεκριμένου προβλήματος.