Απόψεις

Η δική μου Αριστερά

09/07/2019

Πάνος Δαμέλος

Με τις βουλευτικές εκλογές της Κυριακής επιβεβαιώθηκε η εικόνα που βλέπαμε από τις ευρωεκλογές, χωρίς ιδιαίτερες εκπλήξεις (πλην μιας πολύ ευχάριστης, της μη κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης της νεοναζιστικής Χρυσής Αυγής). Η Αριστερά, ακόμα πιο συμπιεσμένη σε σχέση τις ευρωεκλογές, στα όρια της εξαφάνισης πια - πλην του ΚΚΕ, το οποίο όμως σε όλες τις κρίσιμες στιγμές της τελευταίας δεκαετίας πήρε ουσιαστικά ουδέτερη στάση, παίρνοντας τα εύσημα από ΜΜΕ και Δεξιά. Και όχι, ούτε ο μνημονιακός ΣΥΡΙΖΑ, ούτε το αρχηγοκεντρικό μόρφωμα του Βαρουφάκη μπορούν να υπηρετήσουν μια απελευθερωτική στρατηγική - στην καλύτερη πρόκειται για άκρως συστημική σοσιαλδημοκρατία και, αν βλέπουμε αυτά ως αριστερά από εδώ και πέρα στην Ελλάδα, τότε το μέλλον θα έχει ακόμα περισσότερη «ξηρασία» από ό,τι φοβόμαστε.

Πώς, λοιπόν, το εργατικό και λαϊκό κίνημα θα ξεφύγει από τη λογική της στήριξης του «μικρότερου κακού» (η οποία μακροπρόθεσμα μετατόπισε τόσο τις δυνάμεις, έτσι που η σημερινή «αριστερά» να μοιάζει με την παλιά δεξιά και η παλιά δεξιά να έχει μετατοπιστεί ακροδεξιά); Πώς θα χαράξει πολιτική με βάση τα δικά του συμφέροντα, αντί να σέρνεται πίσω από το λιγότερο αντιλαϊκό αστικό σχέδιο, παίζοντας μονίμως άμυνα; Η ανάγκη να χτίσουμε μια νέα αριστερά είναι πιο επιτακτική από ποτέ – η παλιά εξάντλησε τα καύσιμά της και λίγα έχουμε να προσδοκούμε πια από αυτήν.

Πολλοί λένε, καλοπροαίρετα, ότι ήρθε η ώρα να «τα βρουν» ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΛΑΕ και λοιπές οργανώσεις του εξωκοινοβουλίου. Αν και προγραμματικά μπορεί να υπάρξει πλέον κοινή βάση για κάτι τέτοιο (μετά την κατάρρευση και των αυταπατών για την «ΕΕ που θα αλλάξει από μέσα»), τουλάχιστον για όσες δυνάμεις δεν είναι με το «καθαρό επαναστατικό μέτωπο» (ούτε, φυσικά, με τους «πατριωτικούς» χυλούς), νομίζω ότι μία αναπαραγωγή/ένωση των ως τώρα δομών, έστω και με διευρυμένη βάση, δεν θα έδινε προοπτική – μάλλον θα έφερνε τη μονιμοποίηση του σημερινού αδιεξόδου για τα επόμενα χρόνια. Φοβάμαι πως υπάρχουν δυνάμεις που πολιτικά μπορούν να δουν μόνο μέχρι ένα νέο, παρόμοιο μέτωπο, αλλά με τις ίδιες στη θέση των ηγετικών δυνάμεων των νυν μετώπων, πιστεύοντας πως όλα είναι θέμα πολιτικής γραμμής, και άρα με μία πιο «λογική» γραμμή θα έρθουν τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που είχαμε ως τώρα. Ακόμα κι αν οι προθέσεις τους είναι καλές, ακόμα κι αν κανείς δεν περισσεύει, θα πρέπει να αντισταθούμε σε αυτή την τάση, της «δοκιμασμένης συνταγής», των πολιτικών ισορροπιών ώστε να είναι όλοι ευχαριστημένοι και της πάση θυσία μέγιστης συσπείρωσης δυνάμεων. Η ενότητα από μόνη της δεν αποτελεί πολιτικό σχέδιο. Είναι πολύ βαθιά η ήττα της υπάρχουσας αριστεράς για να περιμένει κανείς ότι, ενώνοντας δύο ξοφλημένα σχέδια, θα έρθει η ελπίδα. Με άλλα λόγια, στην πολιτική 1+1 δεν κάνει πάντα 2 και, όσο σημαντικό και καλοδεχούμενο κι αν θα είναι το να συμπορευτούν δυνάμεις, αυτό δεν φέρνει από μόνο του την αναγκαία ποιοτική διαφορά. Η ανασυγκρότηση που χρειαζόμαστε είναι ριζική και δεν μπορεί να έρθει απλά ως μετεξέλιξη/διεύρυνση των σημερινών μετώπων, ή με το χτίσιμο μιας παρόμοιας δομής, και όσοι-ες έχουν κάτι τέτοιο στο μυαλό τους ίσως να κάνουν περισσότερο κακό τελικά στη συνολική εικόνα.

«Ναι, αλλά δεν υπάρχει άλλη αριστερά» θα πει κανείς. Χμ, και ναι και όχι. Καταρχάς υπάρχουν δυνάμεις εκτός ΛΑΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ – μικρές, αλλά υπάρχουν. Επίσης, αυτό είναι ένα επιχείρημα που ακούγαμε και στα «κομματικά» αυτοδιοικητικά κατεβάσματα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ: Αφού η μόνη άλλη σχετικώς μαζική δύναμη στη ριζοσπαστική αριστερά είναι η ΛΑΕ, και αφού με αυτή τη ΛΑΕ δεν θέλουμε να συνεργαστούμε (και όχι άδικα), τότε η «κομματική» κάθοδος είναι μονόδρομος. Αυτό είναι μισή αλήθεια: δε ζούμε πια στην εποχή των πραγματικά μαζικών κομμάτων. Η εμπλοκή του καθενός και της καθεμίας στην πολιτική εξαρτάται από τις υπάρχουσες πολιτικές προτάσεις και το πόσο θελκτικές του/της φαίνονται. Με άλλα λόγια, αλίμονο αν η αριστερά στην Ελλάδα ήταν ένα κλειστό κλαμπ, «μετρημένα κουκιά», όπως βολεύει αυτή την αιτιολόγηση περιχαράκωσης των νυν σχηματισμών. Υπάρχει πολύς κόσμος εκεί έξω που απλά δε νιώθει να «χωράει» στους υπάρχοντες φορείς, δεν τον αγγίζουν – ούτε καν ως απλό ψηφοφόρο. Το μεγάλο στοίχημα για να υπερβούμε το σημερινό τέλμα δεν είναι να ενώσουμε την υπάρχουσα αριστερά, αλλά να φτιάξουμε εκείνη την αριστερά που θα εμπνεύσει, θα επαναστρατεύσει κόσμο, που θα έχει προοπτικές να γίνει πραγματικά μαζική. Ένα πολιτικό εργαλείο για τις ίδιες τις καταπιεζόμενες κοινωνικές ομάδες, αντί για μια «πρωτοπορία» που θα διεκδικεί κυρίως το να τις «εκφράζει» και να τις εκπροσωπεί.

Εφόσον δεν περιμένω λοιπόν κάτι από τυχόν «διορθωτικές κινήσεις» της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ή της ΛΑΕ, δεν έχω κάποιο χειροπιαστό σημείο εκκίνησης για την αριστερά που χρειαζόμαστε. Ομολογώ πως κι εγώ νιώθω κάπως ξένο σώμα στη σημερινή οργανωμένη αριστερά. Ωστόσο, η χρεοκοπία των σχηματισμών της υπάρχουσας αριστεράς ίσως αφήνει περιθώριο να σκεφτούμε κάποια πράγματα από την αρχή. Αντί να γράψω λοιπόν τι πιστεύω πως θα έπρεπε να κάνει ο τάδε ή ο δείνα φορέας, σκέφτηκα να το προσεγγίσω αλλιώς: να περιγράψω μία αριστερά που θα με έψηνε να ασχοληθώ, χωρίς όσα μου φαίνονται προβληματικά ή απωθητικά. Να μιλήσω, αν θέλετε, για «τη δική μου Αριστερά».

Η δική μου Αριστερά, λοιπόν, μιλάει με απλά λόγια και προσπαθεί να αποφεύγει τους –ισμούς όποτε μπορεί. Ξεκινάει από τα βασικά, ότι δεν μπορούμε να είμαστε ελεύθεροι-ες και ίσοι-ες όσο κάποιοι ζουν από την εργασία τους και κάποιοι ζουν από την εργασία των άλλων. Έχει στρατηγικό στόχο την εξάλειψη αυτής της αδικίας και της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Είναι ταξική, παλεύει για την ενδυνάμωση και την ανεξαρτησία του εργατικού κινήματος. Οργανώνει και συμμετέχει σε αγώνες κατά της εργοδοτικής αυθαιρεσίας, σε κλαδικό και τοπικό επίπεδο. Δεν φετιχοποιεί ωστόσο την ιδιότητα του εργαζομένου, που άλλωστε είναι δικαιολογημένα απεχθής στον καπιταλισμό, αντίθετα προβάλλει το ότι χωρίς το παρασιτικό κεφάλαιο και με τη βοήθεια της τεχνολογίας και του αυτοματισμού θα μπορούσαμε να δουλεύουμε λιγότερες μέρες και ώρες και με καλύτερες απολαβές.

Η δική μου Αριστερά έχει βασικό πρόταγμα τη δημοκρατία. Εξηγώντας ότι δεν μπορεί να υπάρξει πραγματική δημοκρατία όσο υπάρχουν οικονομικές ανισότητες, αλλά και πιστεύοντας ακράδαντα στο δικαίωμα και τη δυνατότητα των ανθρώπων να αποφασίζουν για τις τύχες τους, τονίζει τη διάκριση ανάμεσα στην πραγματική και την αστική δημοκρατία. Λειτουργεί σαν προάγγελος και εργαστήρι της κοινωνίας που οραματίζεται, εκπαιδεύοντας τα μέλη της στην υπευθυνότητα και τη συναπόφαση. Αν και δέχεται τάσεις και οργανώσεις στο εσωτερικό της, οι αποφάσεις παίρνονται στις δικές της διαδικασίες, όπως και οι ενημερώσεις γίνονται απευθείας προς όλα τα μέλη και όχι μέσω της εκάστοτε οργάνωσης-συνιστώσας. Το καταστατικό τηρείται και συνέδριο γίνεται στον καθορισμένο χρόνο. Για κάθε εκλεγμένο όργανο, υπάρχει ομάδα μελών που έχει την ευθύνη να επιτηρεί το όργανο ώστε αυτό να μην υπερβαίνει τη θητεία ή τις αρμοδιότητές του. Δεν υπονομεύει τη δημοκρατία για χάρη της «σωστής» πολιτικής γραμμής, γιατί η δημοκρατία και οι πολιτικές πρακτικές είναι μέρος της πολιτικής γραμμής. Οι αποφάσεις παίρνονται όσο γίνεται πιο αμεσοδημοκρατικά, τα όργανα είναι αιρετά και ανακλητά, ενώ οι αλλαγές σε ζητήματα στρατηγικής σημασίας αποφασίζονται με ενισχυμένη πλειοψηφία, ώστε να μην είναι και έρμαιο σε συγκυριακές πλειοψηφίες. Κάνει χρήση της τεχνολογίας και του internet, χωρίς να ξεχνά τη σημασία της δια ζώσης ζύμωσης. Έχει συλλογική εκπροσώπηση και εικόνα προς τα έξω και η πλέρια δημοκρατία είναι η άμυνά της σε τυχόν αλλαγές πλεύσης της ηγεσίας. Είναι κατά της προβολής των προσώπων και υπέρ της προβολής της συλλογικότητας και του προγράμματος. Με αυτόν τον τρόπο θέτει εμπόδια στο να αναδειχθεί κάποιος ως ηγετική μορφή με τέτοια επιρροή που να καθορίζει τις ψηφοφορίες.

Η δική μου Αριστερά μιλάει για την κλιματική αλλαγή, για το πώς ο καπιταλισμός καταστρέφει τον πλανήτη. Προβάλλει ένα άλλο μοντέλο οικονομίας, με βάση τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας και όχι τα κέρδη του κεφαλαίου, με σεβασμό στο περιβάλλον. Δεν υιοθετεί τη λογική ότι, για παράδειγμα, το βασικό πρόβλημα στη Χαλκιδική είναι ότι η εξόρυξη γίνεται για χάρη του κεφαλαίου και όχι της κοινωνίας, δεν βάζει την οικονομία πάνω από όλα. Δεν υιοθετεί την αστική προπαγάνδα ότι φταίμε όλοι το ίδιο για την καταστροφή του περιβάλλοντος, αλλά ούτε και προωθεί την ασυδοσία σε ατομικό επίπεδο «αφού οι επιχειρήσεις κάνουν την περισσότερη ζημιά».

Η δική μου Αριστερά συμμετέχει στους αγώνες κατά των διακρίσεων, του ρατσισμού, υπέρ της σεξουαλικής ελευθερίας. Δεν χαϊδεύει συντηρητικά και εθνικιστικά αντανακλαστικά. Δεν αγαπά την ομοιογένεια, δεν ξεχνά πως «η ελεύθερη ανάπτυξη του ατόμου είναι προϋπόθεση για την ελεύθερη ανάπτυξη όλων». Δεν χαρίζει το πεδίο των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων στον αντίπαλο, παρά τις συχνές προσπάθειες του αστισμού να ξεπλυθεί ρίχνοντας το βάρος μόνο εκεί. Συνδέει τη χειραφέτηση κάθε μειονότητας με τη χειραφέτηση από την εργασιακή εκμετάλλευση. Δεν συγκαλύπτει εξουσιαστικές ή σεξιστικές συμπεριφορές στο εσωτερικό της, αντίθετα τις στηλιτεύει ανοιχτά και χωρίς το φόβο του πολιτικού κόστους.

Η δική μου Αριστερά κάνει πολιτική αρχών. Έχει πάρει διαζύγιο από τακτικισμούς, λέει αυτό που εννοεί και εννοεί αυτό που λέει. Προσπαθεί να προβάλλει μία άλλη πολιτική νοοτροπία και να μην αναπαράγει τη διπροσωπία των αστικών κομμάτων, που συμβάλλει στην απαξίωση της πολιτικής και την ιδιώτευση. Είναι αντιπολεμική, είναι αταλάντευτα κατά του ΝΑΤΟ, επιδιώκει μια ανεξάρτητη, ειρηνική εξωτερική πολιτική. Δεν αναλώνεται στον «αριστερό εμφύλιο» - η φτώχεια φέρνει γκρίνια, και αυτό ισχύει και για την πολιτική φτώχεια. Αντίθετα, μια συλλογικότητα με ηγεμονικό σχέδιο δεν έχει τόσους λόγους να γκρινιάζει για τους διπλανούς της. Αναπτύσσει μια νέα συντροφικότητα, σφυρηλατημένη στους κοινούς αγώνες και στους κοινούς στόχους, και τροφοδοτούμενη από τους καθαρούς και ισότιμους κανόνες συμμετοχής σε αυτήν.

Η δική μου Αριστερά συνδέει την τακτική με τη στρατηγική αλλά δεν τις ταυτίζει. Αναπτύσσει ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα για το σήμερα, κάνοντας ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης, το οποίο έρχεται σε σύγκρουση με βασικές επιλογές του κεφαλαίου και τις υπερεθνικές του ολοκληρώσεις. Επιδιώκει να το εφαρμόσει, φέρνοντας τους εργαζόμενους σε καλύτερη θέση, ακόμα κι αν δεν μπορεί να εγκαθιδρύσει την αταξική κοινωνία αυτόματα και σε μία μόνο χώρα. Δεν αρκείται στη διαμαρτυρία, ούτε όμως μετατρέπεται σε δύναμη της αστικής διαχείρισης. Είναι δύναμη ρήξης που επιδιώκει να ξηλώσει μία-μία τις κατακτήσεις της αστικής τάξης κατά της μεγάλης εργατικής πλειοψηφίας.

Ελπίζω ως τώρα να είναι σαφές γιατί δεν πιστεύω ότι μια τέτοια Αριστερά μπορεί να προκύψει ως μετεξέλιξη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ή της ΛΑΕ, που έχουν μάθει να λειτουργούν πολύ διαφορετικά, με συνειδητή επιλογή των ηγεσιών τους. Είναι οι δυνάμεις που δεν εντάσσονται σε αυτά τα σχέδια που θα μπορούσαν να συναντηθούν με ανένταχτο δυναμικό και να φτιάξουν κάτι που -επιτέλους- να φαίνεται και να είναι υγιές, μέσα από ανοιχτές και συμμετοχικές διαδικασίες. Με την πόρτα ανοιχτή για τους υπόλοιπους, αλλά για να χτίσουμε κάτι νέο και όχι ένα κακέκτυπο των προηγούμενων προσπαθειών.

Πριν κλείσω, ήθελα να πω ότι ο τίτλος αυτού του κειμένου έχει συνειδητά το στοιχείο του αυτοσαρκασμού. Βλέπετε, «δική μου Αριστερά» δεν υπάρχει, ούτε μπορεί να υπάρξει. Μόνο η συλλογικότητα είναι που μπορεί να της δώσει υπόσταση, τα πολλά «εγώ» που ελεύθερα ενώνονται σε ένα κοινό σχέδιο. Η συζήτηση για το τι Αριστερά θα έχουμε από εδώ και πέρα αντικειμενικά ανοίγει. Στέλνω αυτό το κείμενο, χωρίς πολλές προσδοκίες - σαν ένα μήνυμα σε μπουκάλι που μπορεί και να μη βρεθεί ποτέ. Ίσως, όμως -δεν ξέρεις καμιά φορά- να υπάρχουν κι άλλοι που η δική τους Αριστερά μοιάζει κάπως με τη δική μου. Και ίσως τους επόμενους μήνες να καταφέρουμε να βρεθούμε, και από εγκεφαλική σύλληψη ίσως να την κάνουμε πραγματικότητα, τη δική μας πια Αριστερά, μια Αριστερά που θα χαιρόμαστε να είμαστε μέλη της, που θα μας κάνει να νιώσουμε λίγο ψηλότεροι, πιο δυνατοί και όχι τόσο μόνες και μόνοι, να ξαναπιστέψουμε ότι ναι, «κι όμως αλλάζει».

 

Ο Πάνος Δαμέλος είναι μέλος της Αναμέτρησης.