Απόψεις

Η δεξιά, η αριστερά και ο Μπολσονάρο

31/10/2018

Πέτρος Σταύρου

 

Το λογικά αναμενόμενο αλλά και απευκταίο τελικά έγινε εφιαλτική πολιτική πραγματικότητα. Ο Ζαΐρ Μεσσίας Μπολσονάρο θα κυβερνά τη Βραζιλία, μια από τις μεγαλύτερες χώρες και οικονομίες του κόσμου. Το εργατικό κόμμα της Βραζιλίας, μετά από 16 χρόνια στην εξουσία, αποχώρησε με βαριές κατηγορίες διαφθοράς των ηγετών του. Ο Μπολσονάρο, απόστρατος λοχαγός του στρατού, επικράτησε με μια κλασική ακροδεξιά επιχειρηματολογία. Ενώ στην Ευρώπη η ακροδεξιά κερδίζει εκλογική βάση με την αντιμεταναστευτική και λαϊκίστικη ατζέντα, στη Βραζιλία δεν συμβαίνει αυτό. Η ακροδεξιά είναι εναντίον των εσωτερικών μειονοτήτων και της αριστεράς ξεκάθαρα, αφού
ούτε μεταναστευτικές ροές αντιμετωπίζει αλλά ούτε και κάποια βίαιη υπερεθνική οικονομική ολοκλήρωση.

Οι ψήφοι υπέρ του Μπολσονάρο είναι πολλές. Το 56% δεν είναι μόνο μια στάση που οφείλεται σε αποπροσανατολισμό των μαζών και στην οργή των ηττημένων από την οικονομική κρίση και τις πολιτικές λιτότητας που οδηγούν ευρύτατα λαϊκά στρώματα στην κοινωνική απόγνωση. Αυτό συμβαίνει στην Ευρώπη κυρίως. Στη Βραζιλία πρόκειται, επιπρόσθετα, και για μια ψήφο των μεσαίων και ανώτερων στρωμάτων που αποβλέπει να αποκαταστήσει τις κοινωνικές ιεραρχίες μεταξύ πλουσίων και φτωχών, μεταξύ ανδρών και γυναικών, μεταξύ χριστιανών και μη. Είναι μια αντίδραση απέναντι στον “ηθικό” κίνδυνο να γίνουν ευρέως αποδεκτά τα λαϊκά συμφέροντα και τα κοινωνικά δικαιώματα, που έτυχαν κάποιας ελάχιστης αποδοχής από τις πολιτικές του εργατικού κόμματος, και με έναν παραπλανητικό τρόπο συνδέονται με τη διαφθορά και η διαφθορά, με τη σειρά της, συνδέεται με την κρατική σπατάλη. Η γνωστή νεοφιλελεύθερη σάγκα.

Οι κατηγορίες της δεξιάς για χρηματισμό και διαφθορά των στελεχών του Εργατικού Κόμματος είναι γελοίες. Η διαφθορά στη Βραζιλία είναι ιστορική και διαρθρωτική και συνδέεται περισσότερο με το αξιακό υπόβαθρο του Μπολσονάρο αφού στηρίζεται στο δουλοκτητικό σύστημα του 18ου και 19ου αιώνα και στους ισχυρούς τοπάρχες. Μπορεί στα 16 χρόνια εξουσίας του Εργατικού Κόμματος η διαφθορά να μην αντιμετωπίστηκε αλλά δεν αυξήθηκε κιόλας. Ακόμα όμως και οι κατηγορίες ενάντια στον Λούλα ή την Ρουσέφ είναι ανυπόστατες και στηρίζονται σε ανυπόληπτους κατηγόρους. Το «σκάνδαλο» της κρατικής Petrobras δεν είναι τίποτα μπροστά στα σκάνδαλατης διαρθρωτικής διαφθοράς που είναι καθαρά του «ιδιωτικού» τομέα. Παρόλα αυτά και στη Βραζιλία υποστηρίζεται ο νεοφιλελεύθερος μύθος ότι τα ελλείμματα του προϋπολογισμού, η επεκτατική πολιτική και οι κρατικές εταιρίες είναι οι αιτίες της διαφθοράς. “Άρα”, λένε οι δεξιοί και ο νομικός και δικαστικός μηχανισμός, “εξαλείψτε την επιδότηση της φτώχειας και τον κρατισμό για να εξαλειφθεί και η ασυδοσία της αριστεράς που διαφθείρει κράτος και κοινωνία”.

Βέβαια η Βραζιλία δεν είναι Ευρωπαϊκή Ένωση. Μοιάζει περισσότερο στις ΗΠΑ. Η διαφθορά είναι βαθειά ριζωμένη στις δημόσιες πρακτικές όπως και στις ΗΠΑ, εξαιτίας των λόμπυ του νόμιμου και παράνομου επιχειρηματικού κόσμου. Ο Μπολσονάρο είναι περισσότερο ένας ακόμα πιο δεξιός Τραμπ παρά μια Λεπέν και ο Λούλα είναι ίσως ένας πιο αριστερός Ομπάμα. Αλλά εδώ οι ομοιότητες και οι διαφορές τελειώνουν. Την στιγμή που η δεξιά και το βαθύ κράτος των δικαστών έδειξε έναν έντονο ρεβανσισμό, η αριστερά του εργατικού κόμματος προωθούσε τον νεοφιλελευθερισμό. Ενώ η Ντίλμα Ρούσεφ κέρδισε τις εκλογές το 2014, υποσχόμενη να επεκτείνει τα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας του Εργατικού Κόμματος δεν δίστασε να ανατρέψει τις υποσχέσεις της, ταχύτατα, και να διορίσει τον Joaquim Levy, ένα νεοφιλελεύθερο οικονομολόγο από το Bradesco, μια από τις μεγαλύτερες τράπεζες, στο υπουργείο Οικονομικών, με ένα σχέδιο για την προώθηση της δημοσιονομικής προσαρμογής. Ακόμα χειρότερα, στα χρόνια που ακολούθησαν, εφαρμόστηκε μια νεοφιλελεύθερη συνταγματική τροποποίηση που επιβάλλει ένα ανώτατο όριο, επί 20 έτη, στις δημόσιες δαπάνες, Ο συνταγματικός κανόνας υποτίθεται ότι λύνει ένα πρόβλημα που δεν υπήρξε ποτέ παρά μόνο ως παραφιλολογία, δηλαδή προϋποθέτει ότι το σύνταγμα της δεκαετίας του 80 έδωσε πάρα πολλά όσον αφορά τα κοινωνικά οφέλη, γεγονός που οδήγησε σε μια εκτίναξη των κρατικών δαπανών. Άλλη μια γνωστή νεοφιλελεύθερη αφήγηση που γίνεται οικουμενική πολιτική.

Το εργατικό κόμμα όχι μόνο υπέκυψε στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές αλλά εμπόδισε και την υλοποίηση των προοδευτικών πολιτικών του μέλλοντος με τη δημιουργία νεοφιλελεύθερων συνταγματικών κανόνων. Η αδυναμία να υπερασπιστεί το αναπτυξιακό και κοινωνικό περιεχόμενο των δημοσιονομικών ελλειμμάτων το οδήγησε να θεσμοποιήσει τον νεοφιλελευθερισμό. Η ιστορία της ανόδου της ακροδεξιάς στη Βραζιλία έχει δύο αιτίες λοιπόν: Τη συσπείρωση του αστισμού γύρω από την κοινωνική ιεραρχία και τα απόλυτα ιδιοκτησιακά δικαιώματα και την εγκατάλειψη της εκπροσώπησης των πληβειακών στρωμάτων από την υποταγμένη και θεσμική αριστερά. Η πολιτική σημασία της διπλής αυτής διαπίστωσης υπερβαίνει την γεωπολιτική περιοχή της λατινικής Αμερικής και αφορά στην παγκόσμια πολιτική σκηνή. Γιαυτό και έχει μεγάλη σημασία για κάθε απελευθερωτικό πρόταγμα και κάθε δύναμη κοινωνικού μετασχηματισμού, όπου και αν βρίσκονται επί της γης, να στέκονται δίπλα σε κάθε καταπιεσμένο και αδύναμο άνθρωπο και να μην τον εγκαταλείπουν πολιτικά.

Δεν αφήνουμε πιθαμή χώρου στον φασισμό και την κοινωνική οπισθοδρόμηση.