Απόψεις

«Η συγκρότηση ενός επαναστατικού λαού δεν είναι υπόθεση ενός εορταστικού δείπνου» - Συνέντευξη με τον Ζαν-Λυκ Μελανσόν (Ι)

17/05/2018

Δημοσιεύουμε σήμερα το πρώτο μέρος της συνέντευξης που έδωσε ο Ζ.Λ. Μελανσόν στη γαλλική ιστοσελίδα Le vent se lève (lvsl.fr) στις 10 Απριλίου 2018. Ο Γάλλος πολιτικός αναφέρεται στις θεωρητικές καταβολές του κινήματος της Ανυπότακτης Γαλλίας και μέσα από την κριτική που ασκεί στη συντηρητική αναδίπλωση της Προεδρίας Μακρόν, παρουσιάζει μια εναλλακτική πρόταση για τη Γαλλία και την Ευρώπη.

Yabasta

 

 

Την Τρίτη 10 Απριλίου 2018, συναντήσαμε το Ζαν-Λυκ Μελανσόν στον γραφείο του στη γαλλική Εθνοσυνέλευση, Στη διάρκεια μιας μακράς συζήτησης, ο ΖΛΜ αναφέρθηκε στη διαδρομή που τον οδήγησε να δημιουργήσει το κίνημα που του επέτρεψε να συγκεντρώσει το 19,58% των ψήφων στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2017. Ο ηγέτης της Ανυπότακτης Γαλλίας μιλά ελεύθερα για τις τα πνευματικά ρεύματα που τον επηρέασαν, τη σχέση του με τη Λατινική Αμερική, που τόσο συχνά γίνεται αντικείμενο δυσφήμισης μέχρι την Ισπανία του PODEMOS, περνώντας από τον ιστορικό υλισμό και τον κεντρικό ρόλο της γαλλικής Επανάστασης. Αυτή η συνέντευξη είναι επίσης η ευκαιρία να τον ρωτήσουμε σχετικά με τις αμφιλεγόμενες απόψεις του Emmanuel Macron πάνω στο θέμα των σχέσεων Κράτους – καθολικής Εκκλησίας, απόψεις που εξέθεσε στο αβαείο του Αγίου Βερνάρδου. «Η εκκοσμίκευση του κράτους το 1905 δεν εφευρέθηκε σε κάποιο επιστημονικό συμπόσιο, είναι η κατάληξη τριών αιώνων ανοιχτού ή υπόγειου εμφυλίου πολέμου », απαντά, «το να επανερχόμαστε σε αυτό το ζήτημα, σημαίνει να αναθεωρήσουμε την ίδια τη Δημοκρατική Πολιτεία [ République]. Στο τέλος της συζήτησής μας ο Ζαν-Λυκ Μελανσόν εκθέτει την οπτική του για το Κράτος και για το ρόλο του ηγέτη, λέει τη γνώμη του για το Μάη του ’68 και για τη σχέση του ίδιου με τις νέες γενιές, χωρίς να ξεχάσει να χαιρετήσει τις τωρινές κινητοποιήσεις : «Υπάρχει ένας παράγοντας που κανείς δεν προβλέπει και κανείς ποτέ δεν θα μπορεί να προβλέπει: η λαϊκή πρωτοβουλία. Μπορεί να κατακλύσει τα πάντα, όλο τον κόσμο, και αυτό εύχομαι».


LVSL : Η πολιτική σας στράτευση είναι βαθιά σημαδεμένη από τη Γαλλική Eπανάσταση και τον γιακωβινισμό. Με αυτό ως δεδομένου, μοιάζει εδώ και μερικά χρόνια, να εμπνέεστε από τον λαϊκισμό που θεωρητικοποίησαν ο Ερνέστο Λακλάου και η Σαντάλ Μουφ και που υλοποιείται από το PODEMOS. Η πολιτική δράση της Ανυπότακτης Γαλλίας, η οποία είναι ταυτόχρονα πολύ οριζόντια και πολύ κάθετη, μοιάζει να είναι μια σύνθεση ανάμεσα στις δύο πηγές έμπνευσης σας. Μπορούμε να μιλάμε για γιακωνίβικο λαϊκισμό σε ότι σας αφορά;

ΖΛΜ: Καταρχάς ας ξεκινήσουμε λέγοντας ότι η αναφορά στον Λακλάου, σε ότι με αφορά, είναι μια αναφορά για λόγους ευκολίας. Σίγουρα το πολιτικό μονοπάτι που ακολούθησα με οδήγησε σε συμπεράσματα που γειτονεύουν και συχνά είναι ταυτόσημα με αυτά του Ερνέστο. Τόσο το έργο του όπως και αυτό της Σαντάλ Μουφ, φωτίζουν τη δική μας δουλειά. Αλλά το δικό μας έργο έρχεται από ακόμη πιο μακριά. Το ενδιαφέρον μας για το Λακλάου προήλθε από τη συνάντηση με ένα λατινοαμερικάνο επαναστάτη και η πηγή της συλλογιστικής μας προερχόταν από τις δημοκρατικές επαναστάσεις της Λατινικής Αμερικής. Επρόκειτο για μια μέθοδο που ερχόταν σε ρήξη με αυτά που υπήρχαν τη στιγμή που ξεκινήσαμε εμείς όλο αυτό το εγχείρημα. Λέω «εμείς» για να μιλήσω για τον François Delapierre και για μένα, που είμαστε δημιουργοί αυτού του τρόπου σκέψης που κατάληξε στο βιβλίο μου « Η εποχή του Λαού». Αυτό που λέγαμε ήταν τόσο καινούργιο, που κανείς σχολιαστής δεν το καταλάβαινε, ούτε καν διαισθανόταν το καινούργιο. Δεν σταματούσαν να μας κακομεταχειρίζονται θέλοντας να μας εντάξουν σε ένα προϋπάρχον κουτάκι, από αυτά που ήξεραν ως τότε. Αυτός ήταν και ο ρόλος του όρου «λαϊκιστής». Ακόμη και οι ηγέτες του ΚΚΓ μπήκαν σε αυτό το παιχνίδι. Ξεχνώντας του κλασσικούς τους οι οποίοι είχαν εφεύρει τον όρο «λαϊκό μυθιστόρημα» και είχαν φανταστεί το πρόγραμμα « ένωση του λαού της Γαλλίας», αυτοί οι ίδιοι μας δαχτυλόδειχναν και μας απηύθυναν υπονοούμενα, πολλές φορές κακοήθη. Η αναφορά στο Λακλάου ικανοποιεί ένα μιντιακό σνομπισμό και νομιμοποιεί την ύπαρξη ενός «αριστερού λαϊκισμού» χωρίς να αναλαμβάνουν την ευθύνη του όρου αυτοί που τον χρησιμοποιούν.

Ο δικός μας δρόμος είχε ήδη προχωρήσει πέρα από αυτό. Η εξέλιξή μας ξεκίνησε από τη Λ. Αμερική και στο μέτρο που προχωρούσαμε, παραγάγαμε κείμενα που έγιναν σημεία αναφοράς σε ότι μας αφορά. Για παράδειγμα, στο Νο 3 της επιθεώρησης « Για την κοινωνική Δημοκρατική Πολιτεία » [ Pour la République Sociale ], εργαστήκαμε πάνω στην κουλτούρα ως κίνητρο της δράσης των πολιτών. Είναι ένας αποφασιστικός τρόπος για να πάρει κάποιος αποστάσεις από την αποστειρωτική θεωρία της αντανάκλασης, σύμφωνα με την οποία οι ιδέες είναι απλές αντανακλάσεις των υλικών υποδομών και των πραγματικών κοινωνικών σχέσεων. Την ίδια στιγμή, γυρνούσαμε σελίδα ως προς τη λογική της αποκάλυψης της πραγματικότητας και άλλες τέτοιες αναφορές, που συσχετίζονται με τη λογική της πεφωτισμένης πρωτοπορίας. Ο γιακωβινισμός είναι ένα ολιστικό ρεπουμπλικανικό κίνημα. Προϋποθέτει ένα λαό που διψά για ελευθερία και ισότητα. Η επαναστατική του δράση έρχεται να επενδύσει στη δυναμική των συμβολικών του απεικονίσεων. Αλλά αυτά ισχύον μόνο για μια χώρα της οποίας το σύνθημα είναι « Ελευθερία- Ισότητα- Αδελφοσύνη » και όχι « Τιμή και πατρίδα» [σύνθημα από την εποχή του Ναπολέοντα] , «το δίκαιό μου και ο βασιλιάς μου» [ το σύνθημα της βρετανικής μοναρχίας από το 16ο αιώνα] , «τάξη και πρόοδος» [ το σύνθημα της βραζιλιάνικης σημαίας και σύνθημα του θετικισμού του Ωγκυστ Κομτ] και άλλα συνθήματα που ισχύουν αλλού. Εν ολίγοις, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι στη διαμόρφωση της συνείδησης επιδρούν οι αφετηριακές συνθήκες του εθνικού πολιτισμικού περιβάλλοντος της.

Απορρίπτουμε λοιπόν τη θέση ότι το εποικοδόμημα συνιστά αντανάκλαση. Αντιθέτως, οι εκάστοτε κοινωνικές συνθήκες γίνονται αποδεκτές διότι έγιναν πολιτισμικά επιθυμητές μέσω της επίδρασης όλων των κυρίαρχων κωδίκων. Και από την πλευρά της, η εξέγερση ενάντια σε ορισμένες κοινωνικές συνθήκες προέρχεται λιγότερο από την αντικειμενική τους πραγματικότητα και περισσότερο από την ηθική ή πολιτισμική ιδέα που έχουμε για την προσωπική μας αξιοπρέπεια, τα δικαιώματά μας, τη σχέση μα ς με τους άλλους, παραδείγματος χάριν.

Όλη αυτή η διαδρομή μετακινεί τη σκέψη μας καθώς και το πλαίσιό της, τον φιλοσοφικό υλισμό. Δεν ήταν η πρώτη φορά που το κάναμε. Από την πλευρά μου, είχα ήδη ξεκινήσει τη δουλειά, η οποία συνίστατο στο να ξανασκεφτώ πάνω στις επιστημονικές υποθέσεις του μαρξισμού. Ο Μαρξ παρήγαγε επεξεργασίες με αφετηρία τη σκέψη που παραγόταν στην εποχή του. Από αυτά πρόκυπτε μια θεώρηση του ντετερμινισμού ανάλογη με αυτή του Simon Laplace : όταν γνωρίζετε τη θέση και την ταχύτητα ενός σώματος σε μια δεδομένη στιγμή, μπορείτε να συνάγετε όλες τις θέσεις που αυτό κατείχε πριν και αυτές που θα κατέχει μετά. Όλα αυτά ξεπεράστηκαν με την Αρχή της απροσδιοριστίας, η οποία δεν αποτελεί μια αδυναμία κατανόησης αλλά μια ιδιότητα του υλικού κόσμου. Μετά το 1905, με τη συζήτηση ανάμεσα στον Νιλς Μπορ και τον Άλμπερτ Αϊνστάιν, το θέμα έληξε οριστικά. Αλλά είναι εντυπωσιακό το ότι δεν υπάρχει κανένα ίχνος αυτής της επιστημονικής συζήτησης στις τάξεις των μαρξιστών της εποχής. Εκείνη την εποχή, ο Λένιν γράφει κοπιωδώς το « Υλισμός και Εμπειριοκριτισμός » - και παρακάμπτει όλα αυτά. Σε ότι με αφορά, υπό την επίδραση του μαρξιστή φιλοσόφου/διανοητή Denis Colin, είχα ήδη πάρει τις αποστάσεις μου από αυτήν τη θεώρηση του υλισμού, έχοντας ενσωματώσει την Αρχή της απροσδιοριστίας. Αυτήν την κατεύθυνση διερευνά το βιβλίο μου «Για την κατάκτηση του Χάους» το 1991. Εκείνη τη στιγμή, καταλαβαίναμε ότι ο ντετερμινισμός δεν μπορούσε να είναι παρά πιθανολογικός. Αυτό σημαίνει ότι η γραμμική εξέλιξη στις ανθρώπινες καταστάσεις δεν είναι καθόλου η πιο πιθανή. Επρόκειτο για μια ανανέωση των θεμελίων της φιλοσοφικής μας βάσης, που επηρέασε αλυσιδωτά εκατοντάδες κρίκους της σκέψης μας. Τροποποιώντας το φαντασιακό μας, τροποποίησε επίσης και τις τακτικές μας βλέψεις. Το νοητικό αυτό συμβάν υπήρξε για μας μείζονος σημασίας. Στη συνέχεια, στα χρόνια του 2000, εργαστήκαμε πάνω στις συγκεκριμένες επαναστάσεις που συνέβησαν μετά την πτώση του Τείχους. Διότι σε εκείνο το ιστορικό πλαίσιο, κάποιοι μας εξηγούσαν ότι επρόκειτο για «το Τέλος της Ιστορίας», ότι θα έπρεπε να αποποιηθούμε τα πολιτικά μας σχέδια. Ήταν, επομένως, ζήτημα καθοριστικής σημασίας το να παρατηρήσουμε με άμεσο τρόπο το ξετύλιγμα της ιστορίας τη στιγμή που υποδήλωνε τη δυνατότητα ρήξεων στην κατεστημένη παγκόσμια τάξη πραγμάτων.

Σε εκείνη τη φάση είμασταν πολύ επικεντρωμένοι στη παρατήρηση της Λ. Αμερικής, δια μέσου του Κόμματος Εργαζόμενων (ΚΕ) του Λούλα. Η ιδεολογία του ΚΕ βασίζεται σε μια επιλογή υπέρ των φτωχών. Είναι μια ιδεολογία που δεν έχει τίποτε κοινό με τον ιστορικό σοσιαλισμό και αποτέλεσε προϊόν εισαγωγής, που ερχόταν από τη «θεολογία της απελευθέρωσης», η οποία γεννήθηκε και διαδόθηκε από τους σεμιναριστές της Βραζιλίας. Η ιδεολογία αυτή μας επηρέασε με τη μέθοδο πάλης που υποδεικνύει για δράση και οργάνωση. Παρατηρούσαμε το ΚΕ του Λούλα αλλά δεν μας απασχολούσε καθόλου το τι γινόταν παραπέρα. Στη συνέχεια, οι συνθήκες μας οδήγησαν να ανακαλύψουμε την μπολιβαριανή επανάσταση στη Βενεζουέλα. Αυτό, αρχικά, μας αποσυντόνισε. Ένας στρατιωτικός που διευθύνει την επανάσταση, δεν ήταν κάτι που συνηθιζόταν στη Λ. Αμερική. Εκεί κάτω, οι στρατιωτικοί είναι οι συνήθεις ύποπτοι και όχι αδικαιολόγητα! Στην κυρίαρχη ιδεολογία της νότιας Αμερικής, η θέση των στρατιωτικών στην πολιτική ζωή, είναι αυτή που της αποδίδει ο Samuel Huntington ( νάτος πάλι ) στο βιβλίο του «Ο στρατιώτης και το έθνος», το βιβλίο αναφοράς του οποίο προηγήθηκε της «Σύγκρουσης των πολιτισμών». ο Πινοσέτ αποτέλεσε το μοντέλο αυτής της ιδέας.

Η μπολιβαριανή επανάσταση παρήγαγε μέσα μας μια αλλαγή οπτικής γωνίας. Επανεξετάσαμε λοιπόν μια σειρά ερωτημάτων όπου η εμπειρία του ΕΚ και της Βραζιλίας δεν είναι πλέον κεντρική. Κατά τη γνώμη μου, ο τσαβισμός είναι μια εμπειρία ριζικά διαφορετική από αυτήν της Βραζιλίας. Μιας και πρέπει να την ονοματίσουμε κάπως, θα μιλήσουμε για λαϊκισμό, παρόλο που η λαϊκίστικη μέθοδος συνιστά ακριβώς το αντίθετο, να μην μπαίνουμε σε διαμάχες για έννοιες αμφιλεγόμενες και να χρησιμοποιούμε λογοπαίγνια, διαθέσιμες λέξεις, που τις φορτίζουμε με το εμπόρευμα που θέλουμε να μεταφέρουμε. Δεν χρησιμεύει σε τίποτα στην Ευρώπη να παλεύουμε για να οικειοποιηθούμε τον όρο «λαϊκιστής». Είναι κρίμα αλλά είναι εξίσου ανόητο να σκιαμαχούμε για τη λέξη «αριστερά». Οι βυζαντινολογίες σχετικά με «την αληθινή αριστερά», «την κίβδηλη αριστερά», « την αριστερά 100%», είναι για μας ξεπερασμένες. Όλα αυτά δεν έχουν συγκεκριμένο νόημα. Αντιθέτως αυτές οι διαμάχες θολώνουν το πεδίο το οποίο θέλουμε εμείς να κατακτήσουμε. Η μάχη των ιδεών είναι επίσης μια μάχη κινήσεων. Ο πόλεμος θέσεων δεν είναι για μας.

Η αλλαγή οπτικής γωνίας, μας οδήγησε να κοιτάξουμε τις διαστάσεις που είχαμε παραμελήσει. Για να λέμε την αλήθεια, αυτός που μας απάλλαξε από το κόμπλεξ ήταν ο Ούγκο Τσάβες. Ήταν μια αρκετά συγκινητική προσωπική εμπειρία. Το τελευταίο πράγμα που έκανα μαζί του ήταν ένα μέρος της προεκλογικής εκστρατείας του 2012. Με είχαν στείλει στη Βενεζουέλα για να με βοηθήσουν να κατέβω από το ρινγκ της εκστρατείας για τις προεδρικές του 2012. Το αποτέλεσμα υπήρξε το αντίστροφο. Έκανα προεκλογική εκστρατεία μαζί του. Έμαθα τόσα πράγματα! Σε τόσους τομείς. Μπόρεσα να δω, παραδείγματος χάριν, τον τρόπο που μίλαγε στο στρατό. Ήταν μια 14η Ιουλίου και μιλούσε σε μια ομάδα νεαρών με αφορμή την προαγωγή τους. Άκουσα το λόγο του Τσάβες, που αντιστοιχούσε στην ιδέα που είχα για το τι οφείλει να είναι ο στρατιωτικός μηχανισμός. Πρέπει να πω ότι η άποψή μου ήταν πάντα διαφοροποιημένη σε αυτό το θέμα, σε σχέση με τους πολιτικούς χώρους από όπου προέρχομαι. Ίσως γιατί ξεκίνησα την πολιτική μου στράτεψηυση με τον ιδρυτή του Κόκκινου Στρατού, πράγμα που διαφοροποίησε κάπως την άποψη που είχα πάντα σχετικά με το στρατό.

Αναφέρω αυτό το σημείο ως ένα παράδειγμα. Εν πάση περιπτώσει, ο Τσάβες διαπαιδαγωγούσε στη βάση της γραμμής του, ενός αριστερού εθνικιστή. Ήταν προφανές ότι η επαφή με τον Τσάβες άγγιζε δεκάδες θέματα και τρόπους δράσης. Και κυρίως, αντικατόπτριζε μια γενική γραμμή, η οποία έκτοτε έγινε και δική μου. Το ζητούμενο πλέον δεν είναι να οικοδομήσουμε μια επαναστατική πρωτοπορία αλλά να κάνουμε ένα λαό εξεγερμένο να γίνει λαός επαναστάτης. Η στρατηγική της συγκρουσιακότητας είναι το μέσον προς αυτή την κατεύθυνση. Είδα τον Τσάβες να χειρίζεται το « ξεκουμπιστείτε» ενάντια στην ίδια του την κυβέρνηση και τους εκλεγμένους του ίδιου του κόμματός του, μπροστά σε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους φωνάζοντας « έτσι κυβερνάμε εμείς για το λαό»! Ο Τσάβες ξεκινούσε από το γενικό συμφέρον το οποίο έβαζε σε αντιπαράθεση, διαπαιδαγωγητικά, στα επί μέρους συμφέρονται, αποδομώντας τα.

Συνοψίζοντας, θρεμμένοι με αυτές τις εμπειρίες, με τη δύναμη που έδινε η ανανέωση της θεωρίας, δημιουργήσαμε το δικό μας θεωρητικό υπόβαθρο, το οποίο καταθέσαμε στην τέταρτη έκδοση της «Εποχής του λαού». Δεν «κάναμε» Λακλάου, δεν «κάναμε» PODEMOS. Κάναμε κάτι άλλο, διαφορετικά, με αφετηρία την δική μας πολιτική ιστορία και τη δική μας εθνική πολιτική κουλτούρα. Ποτέ άλλοτε απ’ όσο σήμερα, ο τρόπος που βλέπω τα πράγματα δεν ήταν τόσο ριζωμένος στα γεγονότα της γαλλικής Επανάστασης του 1789 και της Κομμούνας του Παρισιού. Σε αυτά τα γεγονότα, η αυτοοργάνωση των μαζών και η ομοσπονδιοποίηση των αγώνων ήταν πανταχού παρούσες.

Για να γίνει κατανοητή η πορεία μας, είναι σημαντικό να παρατηρήσει κανείς τα διαφορετικά κύματα το οποία διαδέχθηκαν το ένα το άλλο στο δικό μας πολιτικό χώρο. Υπήρξε αρχικά το στάδιο της επίδρασης του ΕΚ της Βραζιλίας, που έδωσε το Die Linke στη Γερμανία, το ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, την Ενωμένη Αριστερά στην Ισπανία, το Μπλόκο της Αριστεράς στην Πορτογαλία. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η συνταγή ήταν: μια συμμαχία μικρών κομμάτων συνενώθηκε σε μέτωπο για να καταλήξει σε συγχώνευση. Το επόμενο κύμα έφερε τη γέννηση του PODEMOS στην Ισπανία και της Ανυπότακτης Γαλλίας στη συνέχεια. Σηματοδοτεί μια τομή στη διαδικασία που ξεκίνησε στη Βραζιλία και μια σειρά σημαντικών καινοτομιών σε θεωρητικό και στο πρακτικό επίπεδο.

Στη Γαλλία, αυτή η τομή φτάνει στο τέλος ενός σύντομου κύκλου κάτω από την ταμπέλα του Μετώπου της Αριστεράς. Ο κύκλος έκλεισε σ’ ένα αδιέξοδο όπου κυριάρχησαν επιβιώσεις στενών κομματικών λογικών, συμμαχίες συμφωνημένες μεταξύ μηχανισμών και όλες αυτές οι γελοίες πρακτικές της διπλωματίας των μικρών κομμάτων της άλλης Αριστεράς. Σε ότι με αφορά, η ρήξη δημιουργήθηκε στη διάρκεια της εκστρατείας για τις δημοτικές [2014], τις περιφερειακές [2015] και νομαρχιακές [2015] εκλογές. Ήταν ένα μαρτύριο της σταγόνας. Το Μέτωπο της Αριστεράς διαλύθηκε μέσα από τις στρατηγικές συμμαχιών ενός μαύρου καιροσκοπισμού, που το έκαναν δυσδιάκριτο. Αλλά δεν μπορούσαμε να προκαλέσουμε τη ρήξη σ ’αυτήν την εμπλοκή εκείνη τη στιγμή: Οι δημοτικές εκλογές ήταν κολλητά με τις ευρωεκλογές [2014]. Δεν υπήρχε χρόνος για να επαναπροσδιορίσουμε τη θέση μας και κανένας τρόπος ούτως ώστε αυτή η αλλαγή να βρει την επιβεβαίωση της μέσα στη μαζική δράση. Έπρεπε λοιπόν να πάμε στις ευρωεκλογές με τη γραμμή του Μετώπου της Αριστεράς μέσα σε συνθήκες ενός απερίγραπτου χάους ως προς την ταυτότητα μας. Και στο τέλος, η ηγεσία του ΚΚΓ, ο σύμμαχός μας, δεν σεβάστηκε ούτε τη συμφωνία ούτε την στρατηγική υλοποίησή της, διεκπεραιώνοντας την προεκλογική καμπάνια σα μια γραφειοκρατική αγγαρεία, σκοτώνοντας την εμπιστοσύνη ανάμεσα στους συμμάχους. Στην Ισπανία, το PODEMOS μπόρεσε να κάνει την εμφάνισή του εκείνη τη στιγμή, μετά από μια διάσπαση της Ενωμένης Αριστεράς. Ήταν η στιγμή της εισβολής του στο προσκήνιο. Στη Γαλλία, η ηγεσία του ΚΚΓ αρνήθηκε κατηγορηματικά κάθε οικοδόμηση του Μετώπου από τη βάση και το ξεπέρασμα των παραδοσιακών δομών.

LVSL: Ποια ήταν λοιπόν η επίδραση του PODEMOS;

ΖΛΜ: Σε αντιδιαστολή με τις τάσεις της εποχής, το PODEMOS γεννιέται σε μια λογική ρήξης με την Ενωμένη Αριστερά. Ο Delappierre παρακολουθούσε από κοντά την ομάδα η οποία συνέστησε το PODEMOS. Είχε επαφές με τους ηγέτες τους και παρακολουθούσε όλη την εξέλιξή τους. Ήδη από το 2011, ο Íñigo Errejón ήρθε να κάνει κάποιες παραδόσεις στο θερινό πανεπιστήμιο του Κόμματος της Αριστεράς, του οποίου τότε ηγούμουν. Από τότε, είμαστε αχώριστοι. Συμμετείχαμε σε όλα τα κλεισίματα των προεκλογικών τους εκστρατειών, και αυτοί στις δικές μας. Εν τω μεταξύ ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε την προδοσία του και το ΕΚ Βραζιλίας προσέγγιζε το Σοσιαλιστικό Κόμμα, απομακρυνόμενοι από εμάς. Στην πράξη όλοι είμαστε παρακλάδια του κύκλου που ξεκίνησε με το ΕΚ Βραζιλίας, που συνεχίστηκε με την μπολιβαριανή επανάσταση και που τελικά΄ εκφράστηκε με τη ρήξη στην Ισπανία και στη συνέχεια στη Γαλλία, και με την δημιουργία μιας νέας ευρωπαϊκής μορφής.

Σήμερα το Φόρουμ του Plan B στην Ευρώπη συγκεντρώνει περίπου 30 κόμματα και κινήματα. Παίζει τον ρόλο του «ομοσπονδοποιητή» που έπαιξε το Σάο Πάολο στη Λ. Αμερική, τα χρόνια που προηγήθηκαν της ανόδου στην κυβέρνηση αριστερών και κεντροαριστερών κυβερνήσεων. Τελικά, ανάμεσα στο PODEMOS και σε μας, η ρίζα είναι η ίδια. Τον Íñigo Errejón τον πρωτοσυνάντησα στο Καράκας, όχι στη Μαδρίτη. Οι αναλύσεις του ήταν εξαιρετικά λεπτομερείς. Με προειδοποιούσε τότε σε σχέση με το κλείσιμο του πολιτικού λόγου του Τσάβες στον αντι-ιμπεριαλισμό, πράγμα το οποίο θα εξαντλούνταν σύντομα, και ο Íñigo Errejón το προέβλεπε. Μου έλεγε ότι αυτή η αντίληψη δεν θα λειτουργούσε στις νέες γενιές που βομβαρδίζονταν με αυτό το λόγο πρωί, μεσημέρι, βράδυ επί 14 χρόνια. Για τον Errejon, αυτή η πολιτική και πολιτισμική στρατηγική γινόταν στείρα και επομένως ανεπαρκής για να κινητοποιήσει την κοινωνία. Δείχνοντας έλλειψη μετριοφροσύνης, απηύθυνα στον Κομμαντάντε Τσάβες έκκληση να αναρωτηθεί πάνω στο ζήτημα ενός θετικού πολιτικού ορίζοντα, που θα υποδήλωνε της πολιτισμική φιλοδοξία του μπολιβαριανού σχεδίου.

Όπως είπα, αυτό που μας προσέφερε θεμελιωδώς ο Τσάβες, είναι η ιδέα ότι η δράση μας έχει ως στόχο να οικοδομήσουμε έναν επαναστατικό λαό. Πρόκειται λοιπόν για μια συνολική πολιτισμική μάχη. Αλλά τελικά, η πολιτισμική μάχη, με την ευρεία έννοια του όρου, παρέμεινε σχεδόν στο σημείο μηδέν στο Καράκας. Το μπολιβαριανό πρόγραμμά του Τσάβες, στην ουσία του είναι μια ριζοσπαστικοποιημένη σοσιαλδημοκρατία: πάνω απ’ όλα η διανομή του πλούτου. Είναι αξιόλογο πρόγραμμα όταν αναφερόμαστε σε συνθήκες μιας τόσο φτωχής και άνισης κοινωνίας, που ταυτόχρονα της επιτίθεται η πιο μαύρη αντίδραση, πουλημένη στη CIA. Ωστόσο αυτό το πρόγραμμα αφήνει κατά μέρος τα ερωτήματα σχετικά με το περιεχόμενο του πλούτου, τα πολιτισμικά κίνητρα του λαού κλπ. Πολεμάμε τις ΗΠΑ αλλά τρώμε, οδηγούμε, πίνουμε, διασκεδάζουμε όπως εκείνοι. Και όμως η επανάσταση των πολιτών είναι υποχρεωτικά μια πολιτισμική επανάσταση, η οποία οφείλει να αναρωτηθεί επίσης πάνω στον τρόπο κατανάλωσης ο οποίος δίνει ρίζες στο μοντέλο παραγωγής.

Να τι μπορώ να πω σχετικά με τη σχέση μου με αυτό που ονομάζεται αριστερός λαϊκισμός, στο βαθμό που αυτή η έννοια μπορεί να έχει ένα ξεκάθαρο ορισμό. Το να οικειοποιηθούμε τον όρο δεν είναι το πιο σημαντικό. Αυτό που μετράει είναι το περιεχόμενο που του αποδίδουμε. Το θέμα αυτό έχω αναπτύξει αναλυτικά στο « Η εποχή του λαού ».

Πρόκειται για την αποδοχή ενός νέου ενεργού παράγοντα: του λαού, ο οποίος περικλείει την εργατική τάξη αλλά δεν περιορίζεται σ’ αυτή. Δεν ταυτίζω ούτε περιορίζω τη συγκρότηση του λαού σε μια καθαρά υποκειμενική πράξη αυτό-προσδιορισμού του τύπου: «εμείς» και «αυτοί», όπως κάνουν ο Ερνέστο Λακλάου και η Σανταλ Μουφ. Με φοβίζουν οι φαύλοι κύκλοι που σέρνει συχνά μαζί της η ιδεαλιστική φιλοσοφία. Κατά τη γνώμη μου, ο λαός ορίζεται πριν και πάνω από όλα από την κοινωνική του αγκύρωση. Πρόκειται εδώ, για το δεσμό με τα δίκτυα της καθημερινότητας των πόλεων, από τα οποία εξαρτάται η επιβίωση του καθενός. Συχνά αυτά είναι οι δημόσιες υπηρεσίες και αυτό δεν είναι χωρίς επίδραση στις συλλογικές πολιτικές αναπαραστάσεις.

Στη συνέχεια, ο λαός είναι το υποκείμενο μια ιδιαίτερης δυναμικής: αυτής του περάσματος στα 7 δις ανθρώπινων όντων που είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους όπως ποτέ άλλοτε στην ανθρώπινη ιστορία. Η ιστορία μας μαθαίνει ότι κάθε φορά που η ανθρωπότητα διπλασιάζεται σε πληθυσμό, διασχίζει ένα κατώφλι ως προς την τεχνική και τον πολιτισμό. Αλλά την κατάσταση αυτή όπως είναι μπροστά στη μύτη μας, δεν την αντιλαμβανόμαστε. Εγώ προσωπικά γεννήθηκα σε ένα κόσμο που αριθμούσε 2 δις. Ο πληθυσμός λοιπόν της Γης τριπλασιάστηκε σε μια γενιά ενώ είχαν χρειαστεί 200 ή 300 χιλιάδες χρόνια για να φθάσει στα 1800 το 1 δις. Ένα νέο κατώφλι περάστηκε οριστικά. Αυτό το διαπιστώνουμε με χίλιους δύο τρόπους. Αλλά ένας από αυτούς είναι αποφασιστικός: το επίπεδο καταλήστευσης το οποίο έχει φθάσει σε ένα σημείο όπου το οικοσύστημα θα καταστραφεί. Αναδύεται λοιπόν ένα γενικό ανθρώπινο συμφέρον το οποίο θα αποτελέσει το ιδεολογικό θεμέλιο της ύπαρξης του λαού ως πολιτικού υποκειμένου. Ο λαός στη συνέχεια θα πρέπει να ορίσει τον εαυτό του μέσω της σταθερής βούλησης του, μέσω της ανάγκης του να κυριαρχήσει πάνω στα δίκτυα μέσω των οποίων συγκροτείται ο ίδιος: δίκτυα υγείας, δίκτυα σχολείων κλπ. Ο κινητήρας της επανάστασης των πολιτών τοποθετείται στη διασταύρωση αυτών των δυναμικών. Και βρίσκεται στην καρδιά της φιλοσοφίας της «Εποχής του λαού». 

Πηγή: http://lvsl.fr/peuple-revolutionnaire-diner-gala-jean-luc-melenchon

Μετάφραση: Δημήτρης Οικονομίδης